Ο πολιτικός και συγγραφέας Νικόλαος Δραγούμης (1809-1879) στο έργο του «Ιστορικαί αναμνήσεις», γράφει για μία καθημερινή ημέρα του πρωθυπουργού Ιωάννη Κωλέττη: «Στην οικία του, που βρισκόταν κοντά στους στύλους του Ολυμπίου Διός, από βαθέως όρθρου συνωστίζονταν φουστανελοφόροι από την εξώπορτα μέχρι τα σκαλιά. Όταν έμπαινες στο γραφείο του, τον έβλεπες να καπνίζει το τσιμπούκι του και να ακούει μετά μεγάλης υπομονής κάποιον ψηφοφόρο του που του ζητούσε ρουσφέτι: μια θέση, μια σύνταξη, ένα παράσημο ή κάτι παρόμοιο.
Ήταν πάντα σοβαρός με τον συνομιλητή και πάντα του έδινε την ίδια απάντηση: «Έχεις δίκιο, αγαπητέ. Εγώ γνωρίζω πολύ καλά τις πατρικές και τις προσωπικές σου υπηρεσίες και τα δικαιώματα της οικογένειάς σου. Μείνε ήσυχος. Θα λάβω υπόψη το αίτημά σου και θα στο ικανοποιήσω!». Αξίζει να σημειωθεί ότι πολλές φορές ο αιτών ούτε πατέρα είχε που να υπηρέτησε (στον Αγώνα), ούτε οικογένεια που να έχει αποκτήσει δικαιώματα (λόγω της συμμετοχής της στον Αγώνα). Τέτοια ήταν η πειθώ του Κωλέττη, ώστε όλοι έφευγαν από το γραφείο του με την πίστη ότι το δίπλωμα ή τα χρήματα ήταν ήδη κατατεθειμένα ή το παράσημο άστραφτε στο λαιμό ή στο στήθος τους.