Ευφώνιο

Το ευφώνιο είναι μουσικό όργανο, που ανήκει στην ομάδα των βαρύτονων χάλκινων πνευστών, γνωστό και ως τσέλο της μπάντας, εξαιτίας του γλυκού ήχου του και του κομβικού ρόλου του σε μια ορχήστρα πνευστών. Το ευφώνιο αποτελείται από σωλήνες, στο ένα άκρο των οποίων υπάρχει το επιστόμιο και στο άλλο ένα χωνί ή καμπάνα. Ο εκτελεστής φυσά από το επιστόμιο και με τη βοήθεια των τεσσάρων βαλβίδων παράγει διαφορετικούς ήχους.

Μουσικά είναι συγγενές με το άλτο κόρνο, ενώ εμφανισιακά μοιάζει με την τούμπα, αλλά είναι μικρότερο σε μέγεθος. Χρησιμοποιείται κυρίως στις μπάντες, ενώ σπανίως εμφανίζεται στις συμφωνικές ορχήστρες.

Η ελληνική ονομασία «Ευφώνιο» (καλλίφωνο δηλαδή) έχει επικρατήσει διεθνώς. Όμως το συναντάμε και ως «Μπομπαρντίνο» στην Ισπανία, «Τενόρο Τούμπα» στις ΗΠΑ, «Μπάσο Φλούγκενχορν» στη Μεγάλη Βρετανία, «Φλικόρνο Μπάσο» στην Ιταλία και «Μπάσο Σαξοκόρνο» στη Γαλλία.

Το πρώτο ευφώνιο κατασκευάστηκε το 1843 στη Βαϊμάρη της Γερμανίας από τον Φέρντιναντ Ζόμερ και προέρχεται από την οφικλείδα, ένα χάλκινο πνευστό όργανο με κωνικό διπλωμένο σωλήνα, οπές σκεπασμένες με κλειδιά και επιστόμιο. Την πατρότητα του ευφώνιου διεκδίκησε και η οικογένεια Σαξ, στην οποία οφείλουμε το σαξόφωνο.

Το όργανο υιοθετήθηκε αμέσως από τις μπάντες και αναδείχθηκε μέσα από τα εμβατήρια του αμερικανού Τζον Φίλιπς Σούζα και τη βρετανική oρχηστρική παράδοση στα πνευστά. Σήμερα τρεις είναι οι σχολές του οργάνου: η αμερικανική, η αγγλική και η ιαπωνική. Κορυφαίος ευφωνιστής θεωρείται ο αμερικανός Ριτς Μάτεσον (1929-1993), που διέπρεψε κυρίως στο χώρο της τζαζ.

Στη συμφωνική ορχήστρα και ως σολιστικό όργανο, το ευφώνιο άργησε να γίνει γνωστό, σε αντίθεση με τη θερμή υποδοχή του από τις μπάντες. Πρώτος ασχολήθηκε μαζί του ο ιταλός μουσουργός Αμίλκαρε Πονκιέλι («Λα Τζοκόντα») στο έργο του «Concerto per Flicorno Basso» («Κοντσέρτο για ευφώνιο»), που έγραψε το 1872. Το όργανο έγινε πιο γνωστό στους μουσικούς κύκλους το 1897 από το συμφωνικό ποίημα του Ρίχαρντ Στράους «Η Ηρωική ζωή» («Ein Heldenleben»), όταν ο συνθέτης αποφάσισε να αντικαταστήσει την «άγαρμπη και τραχειά» τούμπα με το μελωδικό ευφώνιο.

Ο Ραβέλ χρησιμοποίησε το ευφώνιο στην ενορχήστρωση του έργου του Μουσόργκσκι «Εικόνες από μια έκθεση», ο Γκούσταβ Χολστ στα έργα του «Οι Πλανήτες» και στη «Δεύτερη σουίτα σε φα», όπου και το σόλο του πρώτου μέρους, που θεωρείται από τα κορυφαία του οργάνου. Ένα απαιτητικό σόλο για ευφώνιο υπάρχει και στο μπαλέτο του Ντμίτρι Σοστακόβιτς «Χρυσή εποχή».

Στη χώρα μας έγινε γνωστό στα μέσα του 19ου αιώνα από τις Φιλαρμονικές των Επτανήσων, απ’ όπου προέρχονται και οι περισσότεροι σολίστ του οργάνου και από τις παραδοσιακές μπάντες χάλκινων πνευστών της Μακεδονίας.

Το ευφώνιο ανακαλύφθηκε εκ νέου τη δεκαετία του ‘60 από τους συνθέτες της σύγχρονης μουσικής. Έργα για ευφώνιο έχουν γράψει μεταξύ άλλων οι: Καρλχάιντς Στοκχάουζεν, Γκάβιν Μπράιαρς και οι ελβετοί Ντομινίκ Ρόγκεν και Ζαν Μπαλισά. Έργα για φαγκότο μεταγράφονται συχνά για ευφώνιο, καθώς το ευφώνιο αντικατέστησε το φαγκότο στις μπάντες του 19ου αιώνα.

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΤΟ EMAIL ΣΑΣ

Εγγραφείτε στο Newsletter μας για να λαμβάνετε κάθε μέρα στο email σας τα σημαντικότερα άρθρα του «Σαν Σήμερα .gr»


ΜΟΝΑΔΙΚΑ ΠΡΟΝΟΜΙΑ ΜΕΛΟΥΣ

premium Γίνε συνδρομητής με μόλις 8 € / μήνα, στήριξε τον αγαπημένο σου ιστότοπο
και απόλαυσε premium περιεχόμενο, χωρίς διαφημίσεις!

ΜΑΘΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ