Αγγλίδα μυθιστοριογράφος, που τιμήθηκε με βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 2007.
Η Ντόρις Λέσινγκ (Doris Lessing) γεννήθηκε ως Ντόρις Τέιλερ στο Κερμανσάχ της Περσίας, του σημερινού Ιράν, στις 22 Οκτωβρίου 1919. O πατέρας της, που είχε μείνει ανάπηρος στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, ήταν υπάλληλος στην Αυτοκρατορική Τράπεζα της Περσίας και η μητέρα της νοσοκόμα. Το 1925, παρασυρμένη από την ελπίδα πλουτισμού με καλλιέργειες καλαμποκιού, η οικογένειά της Λέσινγκ μετακόμισε στη Νότια Ροδεσία (σημερινή Ζιμπάμπουε), τότε βρετανική αποικία. Ωστόσο, τα χιλιάδες εκτάρια που αγόρασε ο πατέρας της δεν κατάφεραν ποτέ να αποδώσουν τα αναμενόμενα.
Η μητέρα της είχε εξασφαλίσει ότι η μικρή θα είχε στην αποικία μια σταθερή προμήθεια παιδικών βιβλίων, ώστε να μην πλήττει. «Διάβαζα συνεχώς» είχε πει για τα χρόνια της στη Ροδεσία. Αργότερα, μπήκε οικότροφος σε θρησκευτικό σχολείο, το οποίο εγκατέλειψε οριστικά στα 14 χρόνια της για να εργασθεί ως νταντά και στη συνέχεια ως τηλεφωνήτρια.
Το 1949 εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο με τον γιο της, όπου εργάσθηκε ως γραμματέας. Ήταν 30 ετών και είχε προλάβει να παντρευτεί και να χωρίσει δύο φορές. Με τον πρώτο της σύζυγο, Φρανκ Γουίσντομ (1939-1943), απέκτησε δύο παιδιά και με τον δεύτερο, τον Ανατολικογερμανό δικηγόρο και διπλωμάτη Γκόντφριντ Λέσινγκ (1945-1949) ένα γιο και κράτησε το όνομά του, με το οποίο υπέγραφε τα περισσότερα έργα της. Από τότε δεν παντρεύτηκε ξανά.
Η Λέσινγκ άρχισε να γράφει από τα 15 της, δημοσιεύοντας διηγήματα σε περιοδικά. Το 1950 κυκλοφόρησε το πρώτο της μυθιστόρημα με τίτλο «…Τραγουδάει το χορτάρι» («The Grass is Singing»), που αναφέρεται στις διαφυλετικές σχέσεις στη Νότια Ροδεσία μέσα από την ιστορία μιας λευκής γυναίκας. Το έργο προκάλεσε αίσθηση και γνώρισε μεγάλη επιτυχία.
Ακολούθησαν πολλά ακόμη μυθιστορήματα, με κορυφαίο «Το Χρυσό Σημειωματάριο» («The Golden Notebook»), το γνωστότερο από τα βιβλία της, που εκδόθηκε το 1962 και αφηγείται την ιστορία μιας επιτυχημένης συγγραφέως, η οποία κρατάει το ημερολόγιό της σε τέσσερα διαφορετικά σημειωματάρια: ένα μαύρο για το λογοτεχνικό έργο της, ένα κόκκινο για τις πολιτικές δραστηριότητές της, ένα μπλε στο οποίο προσπαθεί να βρει την αλήθεια μέσω της ψυχανάλυσης και ένα κίτρινο για την ιδιωτική της ζωή. Σ' ένα πέμπτο, «το χρυσό σημειωματάριο», επιχειρεί τη σύνθεση της ζωής της.
Το 2007, όταν της απονεμήθηκε το Νόμπελ Λογοτεχνίας, η Σουηδική Ακαδημία τη χαρακτήρισε «επική αφηγήτρια της γυναικείας εμπειρίας που, με σκεπτικισμό, θέρμη και ενορατική δύναμη, ερευνά ένα διχασμένο πολιτισμό». Η αντίδρασή της στην ανακοίνωση της βράβευσής της έχει μείνει στα χρονικά. «Ω! Θεέ μου», είχε μουρμουρίσει, αφού είχε βγει με κόπο από ένα ταξί με τα ψώνια της και είχε πληροφορηθεί την είδηση από τους πολυάριθμους δημοσιογράφους που την περίμεναν μπροστά από το σπίτι της στο βόρειο Λονδίνο.
Η Ντόρις Λεσινγκ είναι αρκετά γνωστή στο ελληνικό βιβλιόφιλο κοινό, καθώς πολλά έργα της έχουν μεταφραστεί στην γλώσσα μας: «Σικάστα», «Το Χρυσό Σημειωματάριο», «Τα Ημερολόγια της Τζέην Σόμερς», «Το Πέμπτο Παιδί», «Ο Μπεν στον Κόσμο», «Η καλή τρομοκράτισσα», «Αγάπη ξανά». Τραγουδάει το χορτάρι», «Ένας άνδρας και δύο γυναίκες», «Ο απεσταλμένος του πλανήτη 8», «Η σχισμή», «Αναμνήσεις ενός επιζώντος», «Το καλοκαίρι πριν από το σκοτάδι», «Οι Γιαγιάδες», «Αγάπη ξανά», «Μάρα και Νταν» και « Προμήνυμα Καταιγίδας».
«Στοιχειωμένη» από την παιδική ηλικία της στην αποικιοκρατούμενη Αφρική και καθοδηγημένη από την πολιτική και αντιρατσιστική στράτευσή της, η Ντόρις Λέσινγκ παρήγαγε ένα εκλεκτό έργο, που εκτείνεται από τα επικά μυθιστορήματα ως την επιστημονική φαντασία, περνώντας από το θέατρο. Υπήρξε ανελέητη επικρίτρια της αποικιοκρατίας, ενώ εκτιμούσε ότι το βρετανικό κατεστημένο ποτέ δεν τη συγχώρησε πραγματικά για το φλερτ της με τον σοσιαλισμό στα μεταπολεμικά χρόνια, αλλά και για το ότι υπήρξε μαχητική φεμινίστρια.
Η Ντόρις Λέσινγκ πέθανε σε βαθύ γήρας στις 17 Νοεμβρίου του 2013. Ήταν 94 ετών και τα τελευταία χρόνια αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα υγείας, εξαιτίας ενός εγκεφαλικού, που την ταλαιπωρούσε επί είκοσι χρόνια.