Πολυσχιδής προσωπικότητα, ο μικρασιάτης Στρατής Δούκας ασχολήθηκε με την πεζογραφία, τη ζωγραφική, το δοκίμιο και την κριτική. Το συγγραφικό έργο του τοποθετείται χρονικά στην ελληνική πεζογραφία του μεσοπολέμου κι εκτείνεται έως τη μεταπολεμική περίοδο.
Το πιο γνωστό έργο του είναι το αντιπολεμικό αφήγημα «Η ιστορία ενός αιχμαλώτου» (1929). Χαρακτηριστικό της γραφής του είναι η παράλληλη στήριξή του τόσο στην παράδοση, όσο και στα ανανεωτικά ρεύματα του καιρού του, η αξιοποίηση της λαϊκής γλώσσας και το βιωματικό στοιχείο.
Ο Στρατής Δούκας γεννήθηκε στις 6 Μαΐου 1895 στα Μοσχονήσια της Μικράς Ασίας. Έμαθε τα πρώτα γράμματα στο σχολείο της πατρίδας του και στη συνέχεια φοίτησε στο Γυμνάσιο των Κυδωνιών (Αϊβαλί). Το 1912 γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και συγκατοίκησε με τον Φώτη Κόντογλου, με τον οποίο συνδεόταν φιλικά από τα γυμνασιακά χρόνια.
Με την κήρυξη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, διέκοψε τις σπουδές του, κι
επισκέφτηκε το Άγιο Όρος και τη Λέσβο, όπου με φίλους του ασχολήθηκε με λαογραφικές μελέτες. Το 1916 κατετάγη ως εθελοντής στην Εθνική Άμυνα (τον στρατό που είχε συγκροτήσει στη Βόρειο Ελλάδα ο Ελευθέριος Βενιζέλος) και υπηρέτησε στο Μακεδονικό Μέτωπο.
Έλαβε μέρος στην Μικρασιατική Εκστρατεία, όπου τραυματίστηκε και αφυπηρέτησε τον Αύγουστο του 1923. Κατά τις μάχες στο Μακεδονικό Μέτωπο, του απονεμήθηκε αγγλικό παράσημο και ο πολεμικός σταυρός και, κατά τις μάχες στο Μικρασιατικό Μέτωπο, το διασυμμαχικό μετάλλιο και το Αριστείο Ανδρείας.
Το φθινόπωρο του 1923 ταξίδεψε για δεύτερη φορά, με τον ζωγράφο Σπύρο Παπαλουκά, στο Άγιον Όρος, όπου έμεινε ένα χρόνο, μελετώντας τη βυζαντινή παράδοση. Επιστρέφοντας τον Δεκέμβριο του 1924, οργάνωσαν ζωγραφική έκθεση έργων του Παπαλουκά στη Θεσσαλονίκη. Έπειτα, επέστρεψε στη Μυτιλήνη, όπου με τον Στρατή Μυριβήλη και μια ομάδα φίλων τους, ίδρυσαν το «Σύλλογο Μουσικών Τεχνών» και, στη συνέχεια, ήρθε στην Αθήνα και σύστησε μία εταιρεία «Διακοσμητικής Τέχνης» με τους φίλους του ζωγράφους Παπαλουκά και Κόντογλου.
Στα 1929 δημοσίευσε το αφήγημα «Ιστορία ενός αιχμαλώτου», που αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα έργα της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Η υπόθεση του έργου αναφέρεται στην αιχμαλωσία, τις περιπέτειες και την τελική διάσωση ενός Έλληνα στρατιώτη, ο οποίος κατά την καταστροφή της Σμύρνης (1922) συνελήφθη και οδηγήθηκε στο εσωτερικό της Τουρκίας. Έργο φιλειρηνικό και βαθιά αντιπολεμικό, αντιμετωπίζει – σχεδόν ταυτόχρονα με τη «Ζωή εν τάφω» του Στρατή Μυριβήλη και «Το νούμερο 31328» του Ηλία Βενέζη – τον πόλεμο όχι στην επική, ηρωική του διάσταση, αλλά ως βασικό υπεύθυνο της απώλειας χιλιάδων ατόμων και του εξευτελισμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.
Το 1930 πραγματοποίησε έκθεση ζωγραφικής με έργα του (σχέδια και «λάδια») και στο τέλος του ίδιου χρόνου δημοσίευσε το φιλοσοφικό δοκίμιο «Εις εαυτόν». Την ίδια περίοδο ξεκίνησε να συνεργάζεται με αθηναϊκές εφημερίδες ως λογοτεχνικός και εικαστικός κριτικός. Το 1934 συμμετείχε στην ίδρυση της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών και από το 1935 έως το 1937 εξέδωσε το περιοδικό «Το Τρίτο Μάτι», που αποτέλεσε το θεωρητικό όργανο των νέων καλλιτεχνικών τάσεων και επηρέασε σημαντικά την πορεία της νεοελληνικής τέχνης.
Κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου υπηρέτησε ως αξιωματικός. Το 1942 επέστρεψε στην Αθήνα και νυμφεύτηκε τη Δήμητρα Δούκα που ασχολήθηκε επίσης με τη λογοτεχνία. Πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση από τις γραμμές του ΕΑΜ και εντάχτηκε στο ΚΚΕ. Μετά την απελευθέρωση υπηρέτησε στα ιατρεία του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού και συνεργάστηκε με διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά.
Το 1962 μετέβη στη Μόσχα για να υποβληθεί σε εγχείρηση προστάτη. Η εγχείρηση δεν έγινε τελικά και ο Δούκας πέρασε την υπόλοιπη ζωή του κατάκοιτος στο σπίτι του στην Αθήνα. Συνεργάστηκε τότε με το περιοδικό «Διαγώνιος» της Θεσσαλονίκης και ολοκλήρωσε τα λογοτεχνικά του έργα «Οδοιπόρος» και «Ενώτια», καθώς και τα κείμενά του για τον γλύπτη Γιαννούλη Χαλεπά, με το έργο και την προσωπικότητα του οποίου είχε πρωτοασχοληθεί το 1931. Ο Δούκας διώχτηκε από τη δικτατορία των συνταγματαρχών και πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του σε νοσοκομείο.
Ο Στρατής Δούκας πέθανε στην Αθήνα στις 26 Νοεμβρίου 1983, σε ηλικία 88 ετών.