Ο Στίβεν Χόκινγκ (Stephen Hawking) ήταν άγγλος θεωρητικός φυσικός και αστροφυσικός, ο διασημότερος επιστήμονας μετά τον Άλμπερτ Αϊνστάιν. Είναι γνωστός από τη διατύπωση μιας θεωρίας για τις μαύρες τρύπες, βασισμένης τόσο στη θεωρία της σχετικότητας, όσο και στην κβαντομηχανική. Ασχολήθηκε επίσης με τη μελέτη των ιδιαίτερων προβλημάτων του χωροχρόνου και συνέγραψε το μπεστ-σέλερ «Το χρονικό του χρόνου» (1988).
Στο μεγαλύτερο μέρος της ζωής του παρέμεινε καθηλωμένος σε αναπηρικό αμαξίδιο, εξαιτίας μιας ανίατης νευρολογικής νόσου και για πολλά χρόνια μιλούσε με συνθετική φωνή.
Οι σπουδές και η καθήλωση στην αναπηρική πολυθρόνα
Ο Στίβεν Γουίλιαμ Χόκινγκ γεννήθηκε στην Οξφόρδη στις 8 Ιανουαρίου 1942. Ήταν το μεγαλύτερο από τα τρία παιδιά του ιατρικού ερευνητή Φρανκ Χόκινγκ και της Έιλιν Γουόκερ, που εργαζόταν ως γραμματέας σε ερευνητικό ινστιτούτο. Και οι δύο γονείς του ήταν απόφοιτοι του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης.
Το 1959 έγινε δεκτός και ο ίδιος στο φημισμένο πανεπιστήμιο και μέσα σε τρία χρόνια σπούδασε Μαθηματικά και Φυσική. Το 1966 κι ενώ είχε διαγνωστεί με αμυοτροφική πλευρική σκλήρυνση, μία εκφυλιστική ασθένεια γνωστή και ως νόσος του Γκέρινγκ, έλαβε το διδακτορικό του από το αντίπαλο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ με τη διατριβή «Ιδιότητες των διαστελλομένων συμπάντων».
Ακολούθως εντάχθηκε στο ερευνητικό προσωπικό του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης. Η γενική παράλυση από την οποία προσβλήθηκε δεν τον κατέβαλε και συνέχισε με αμείωτο ενδιαφέρον το έργο του καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του.
Η Θεωρία για τις Μαύρες Τρύπες
Αρχικά ασχολήθηκε με τη μελέτη της γενικής θεωρίας της σχετικότητας και ιδιαίτερα με τη φυσική των μαύρων τρυπών. Το 1971 διατύπωσε την υπόθεση για τον σχηματισμό, μετά τη Μεγάλη Έκρηξη (Big Bang), πολυάριθμων αντικειμένων συνολικής μάζας της τάξης των 10⁹ τόνων, ο όγκος των οποίων, όμως, είναι συγκρίσιμος με αυτόν του πρωτονίου.
Τα σώματα αυτά, γνωστά ως μικροσκοπικές μαύρες τρύπες, παρουσιάζουν την ιδιομορφία ότι η τεράστια μάζα και βαρύτητά τους είναι δυνατόν να μελετηθούν μόνο με βάση τους νόμους της σχετικότητας, ενώ οι μικροσκοπικές διαστάσεις τους απαιτούν επίσης για την περιγραφή τους και την εφαρμογή των νόμων της κβαντομηχανικής.
Το 1974, ο Χόκινγκ ανέπτυξε την άποψη ότι, σύμφωνα με τις προβλέψεις της κβαντομηχανικής, οι μαύρες τρύπες εκπέμπουν υποατομικά σωματίδια, διαδικασία που συνεχίζεται έως ότου εξαντληθούν τα ενεργειακά τους αποθέματα, οπότε και εκρήγνυνται.
Οι εργασίες του προκάλεσαν το ζωηρό ενδιαφέρον για τη θεωρητική πρόβλεψη των ιδιοτήτων των μαύρων τρυπών, για τις οποίες επικρατούσε η αντίληψη ότι τίποτε δεν μπορεί να γίνει γνωστό. Η εργασία του επίσης ήταν σημαντική, επειδή αποδείκνυε ότι οι ιδιότητες αυτές είναι σύμφωνες με τους νόμους της κλασικής θερμοδυναμικής και της κβαντομηχανικής.
Οι διακρίσεις και τα επιστημονικά στοιχήματα
Η σημαντική συμβολή του Χόκινγκ στη Φυσική του απέφερε πολλές διακρίσεις. Το 1974, σε ηλικία μόλις 32 ετών, η Βασιλική Ακαδημία Επιστημών της Μεγάλης Βρετανίας τον εξέλεξε ως έναν από τα νεότερα μέλη της. Το 1977 έγινε καθηγητής της Βαρυτικής Φυσικής στο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ, ενώ δύο χρόνια αργότερα καθηγητής Μαθηματικών στο ίδιο πανεπιστήμιο, σε μία έδρα που παλαιότερα κατείχε ο Νεύτων.
Αν και δεν κατάφερε – ή δεν πρόλαβε – να πάρει το Νόμπελ, είχε τιμηθεί με πολλά άλλα σημαντικά βραβεία (Αϊνστάιν, Βολφ, Κόπλεϊ κ.ά.). Επίσης, αρεσκόταν να βάζει επιστημονικά στοιχήματα με άλλους φυσικούς, αν και είχε μία τάση να τα χάνει, όπως για παράδειγμα όταν το 2012 έχασε 100 δολάρια, επειδή είχε στοιχηματίσει ότι ποτέ δεν θα ανακαλυπτόταν το μποζόνιο του Χιγκς, το οποίο βρέθηκε στο CERN λίγο μετά!
Το 1985 ο Χόκινγκ έχασε οριστικά τη φωνή του, αφού υποβλήθηκε και σε τραχειοστομία εξαιτίας μιας πνευμονίας. Από τότε επικοινωνούσε μέσω υπολογιστή κι ενός φωνητικού συνθετητή. Το 1988 δημοσίευσε το βιβλίο «Το χρονικό του χρόνου» («A Brief History of Time: From the Big Bang to Black Holes»), στο οποίο εξηγεί με απλό τρόπο τις βασικές αρχές της κοσμολογίας. Το βιβλίο έγινε παγκόσμιο μπεστ-σέλερ, μεταφράστηκε σε 40 γλώσσες κι έχει πουλήσει πάνω 25 εκατομμύρια αντίτυπα.
Η θεωρία του τέλειου πέναλτι
Ο Χόκινγκ ασχολήθηκε και με το ποδόσφαιρο, αναπτύσσοντας τη θεωρία του τέλειου πέναλτι. Μετά τη συλλογή στοιχείων, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «στο 84% των πέναλτι που εκτελούνται ψηλά, η μπάλα καταλήγει στα δίχτυα». Επιπλέον είπε ότι χρειάζεται η «εσχάτη των ποινών» να εκτελείται με το εσωτερικό του ποδιού και με ταχύτητα, υποστηρίζοντας ότι δεν υπάρχουν διαφορές στις πιθανότητες ανάμεσα σε αριστεροπόδαρο ή δεξιοπόδαρο παίκτη.
Παρέμεινε ως το τέλος ενεργός πολίτης και, μεταξύ άλλων, προειδοποίησε κατ' επανάληψη για τους κινδύνους της τεχνητής νοημοσύνης, αλλά και της πιθανότητας μιας συνάντησης με εξωγήινους, που μπορεί να έχει άσχημη κατάληξη για τους ανθρώπους. Επίσης, ήταν ένθερμος υποστηρικτής της αποίκησης άλλων πλανητών ως διέξοδο σωτηρίας της ανθρωπότητας σε περίπτωση που η Γη καταστραφεί από ένα πόλεμο, πτώση αστεροειδούς ή άλλη αιτία.
Επίσης, είχε καλές σχέσεις με τους παλαιστίνιους επιστήμονες και δεν δίστασε να μποϊκοτάρει ένα συνέδριο στο Ισραήλ, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την πολιτική του. Την Ελλάδα την επισκέφθηκε μία και μοναδική φορά, τον Αύγουστο του 1998, όταν πήρε μέρος σε συνέδριο κοσμολογίας που διοργάνωσε το Πανεπιστήμιο του Αιγαίου στη Σάμο.
Η άποψή του για τον Θεό
Στο βιβλίο του «Το Μεγάλο Σχέδιο: Νέες απαντήσεις στα έσχατα ερωτήματα της ζωής» («The Grand Design»: New Answers to the Ultimate Questions», 2010), μεταφρασμένο και στα ελληνικά, o Χόκινγκ δήλωσε προκλητικά ότι δεν χρειαζόταν καθόλου ο Θεός για να εξηγηθεί το σύμπαν – μία αθεϊστική δήλωση που ενόχλησε τους θρησκευόμενους.
Όπως είπε, «θεωρώ τον εγκέφαλο ένα κομπιούτερ που θα σταματήσει να δουλεύει, όταν τα μέρη του χαλάσουν. Δεν υπάρχει παράδεισος ή μεταθανάτια ζωή για τους χαλασμένους κομπιούτερ. Αυτό είναι ένα παραμύθι για τους ανθρώπους που φοβούνται το σκοτάδι».
Η βιογραφική ταινία του Τζέιμς Μαρς «Η θεωρία του παντός» («The Theory of Everything», 2014) για τη ζωή του έκανε ευρύτερα γνωστό τον Χόκινγκ. Τον υποδύθηκε ο Έντι Ρεντμέιν, ο οποίος κέρδισε όχι μόνο το Όσκαρ καλύτερου ηθοποιού, αλλά και τα εύσημα του ίδιου του Χόκινγκ. «Μερικές φορές νόμιζα ότι ήμουν εγώ» είχε δηλώσει ο Χόκινγκ.
Προσωπική Ζωή
Στην προσωπική του ζωή, ο Στίβεν Χόκινγκ είχε παντρευτεί τη συμφοιτήτριά του Τζέιν Γουάιλντ το 1965 (δύο χρόνια μετά τη διάγνωση της νόσου του) κι έκαναν τρία παιδιά, αλλά χώρισαν το 1991, καθώς η κατάστασή της υγείας του εκ των πραγμάτων έκανε τρομερά δύσκολες τις συνθήκες του γάμου. Η γυναίκα του έγραψε αργότερα ότι είχαν καταντήσει «αφέντης» και «σκλάβα».
Το 1995 παντρεύτηκε μία από τις νοσοκόμες του, την Ελέιν Μέισον, ένας γάμος που διήρκεσε 11 χρόνια και στη διάρκεια του οποίου η αστυνομία κλήθηκε να διερευνήσει κατηγορίες για επιθέσεις που δέχτηκε ο Χόκινγκ από τη σύζυγό του. Όμως, ο ίδιος αρνήθηκε κάτι τέτοιο και η αστυνομία αναγκάστηκε να σταματήσει τις έρευνες.
Ο Στίβεν Χόκινγκ πέθανε στις 14 Μαρτίου 2018 στο σπίτι του στο Κέμπριτζ, σε ηλικία 76 ετών.
- Διαβάστε: Στίβεν Χόκινγκ - Αποφθέγματα