Ηρώδης ο Μέγας: Ένας αιμοχαρής τύραννος

Ηρώδης ο Μέγας  (73 – 4 π.Χ.)
Ηρώδης ο Μέγας (73 – 4 π.Χ.)

Ο Ηρώδης ο Μέγας ήταν βασιλιάς της Ιουδαίας, διορισμένος από τους Ρωμαίους, από το 37 έως το 4 π.Χ. ή το 1 π.Χ. και ιδρυτής της Ηρωδιανής Δυναστείας (37 π.Χ. - 100 μ.Χ.). Αποκλήθηκε «Μέγας» κυρίως για το πολιτικό του έργο που ανύψωσε το βιοτικό επίπεδο του λαού του.

Όμως, τα τελευταία χρόνια της ζωής του, ο σκληρός χαρακτήρας του σε συνδυασμό με τη διανοητική του αστάθεια προκάλεσαν ουκ ολίγα δεινά στην οικογένειά του και τους υπηκόους του. Η Καινή Διαθήκη τον ζωγραφίζει με τα χειρότερα λόγια, λόγω της Σφαγής των Νηπίων την εποχή της γέννησης του Ιησού του Ναζωραίου, η οποία όμως αμφισβητείται από θεολόγους και ιστορικούς.

Η πορεία προς τη βασιλεία

Ο Ηρώδης γεννήθηκε το 73 π.Χ. στην Ιδουμαία της Νότιας Παλαιστίνης. Ήταν γιος του Αντίπατρου, άνδρα με επιρροή και πλούτη και της Κύπρου, κόρης ευγενούς από την Πέτρα, που ήταν η πρωτεύουσα του βασιλείου των Ναβαταίων. Ο ίδιος ήταν Ιουδαίος, αν και αραβικής καταγωγής και από τους δυο γονείς του.

Ο πατέρας του ήταν φίλος με τον Ιούλιο Καίσαρα, ο οποίος τον διόρισε επίτροπο της Ιουδαίας το 47 π.Χ. και του απένειμε τον τίτλο του Ρωμαίου πολίτη. Τον ίδιο χρόνο ο Ηρώδης εμφανίστηκε στο πολιτικό προσκήνιο, όταν ο πατέρας του τον διόρισε κυβερνήτη της Γαλιλαίας, σε ηλικία μόλις 26 ετών.

Ο νεαρός ηγεμόνας επέδειξε πυγμή και απάλλαξε την περιοχή από τη ληστοκρατία. Σκότωσε όμως τον λαϊκό ήρωα Εζεκία, γεγονός που προκάλεσε την οργή των υπηκόων του. Μόλις που απέφυγε την καταδίκη σε θάνατο από το Μεγάλο Συνέδριο κατόπιν επέμβασης των Ρωμαίων. Οι Ρωμαίοι αναγνωρίζοντας τις ικανότητές του του παραχώρησαν και τη διοίκηση της Κοίλης Συρίας και της Σαμάρειας.

Το 40 π.Χ. ξέσπασε εμφύλιος πόλεμος στην Ιουδαία, όταν ο Αντίγονος ο Ασμοναίος αμφισβήτησε την εξουσία του Υρκανού Β’ και με τη βοήθεια των Πάρθων εισέβαλε στην Παλαιστίνη. Κατέλαβε την Ιερουσαλήμ και συνέλαβε τον κυβερνήτη της Φασαήλ (αδελφό του Ηρώδη), που αυτοκτόνησε στη φυλακή. Ο Ηρώδης αναγκάστηκε τότε να καταφύγει στη Ρώμη. Εκεί, αφού ανανέωσε τη φιλία του με τον Μάρκο Αντώνιο, έπεισε τη Σύγκλητο να τον χρίσει βασιλιά της Ιουδαίας και να του δώσει στρατό για να εκδιώξει τον Αντίγονο και τους Πάρθους.

Με τη βοήθεια των ρωμαϊκών λεγεώνων της Αιγύπτου πολιόρκησε την Ιερουσαλήμ, την ανακατέλαβε και το 37 π.Χ, σε ηλικία 36 ετών, έγινε ο αναμφισβήτητος ηγεμόνας της Ιουδαίας, παρά την αντίδραση του ιερατείου και του λαού. Για να ισχυροποιήσει τη θέση του χώρισε την πρώτη του σύζυγο Δωρίδα και παντρεύτηκε τη Μαριάμ (ή Μαριάμμη), κόρη ενός Ασμοναίου ιεράρχη.

Όταν ξέσπασε η σύγκρουση των δύο ισχυρών μελών της Β’ Τριανδρίας στη Ρώμη, του Οκταβιανού και του Μάρκου Αντωνίου (32 π.Χ.), ο Ηρώδης υποστήριξε τον φίλο του Μάρκο Αντώνιο, παρότι η ερωμένη του Κλεοπάτρα είχε αφαιρέσει μεγάλα τμήματα της επικράτειάς του. Μετά την ήττα του Αντωνίου στο Άκτιο το 31 π.Χ. ο Ηρώδης ομολόγησε με ειλικρίνεια στον Οκταβιανό ποιον είχε υποστηρίξει στη διαμάχη τους.

Η άνοδος στο θρόνο της Ιουδαίας

Ο νέος κυρίαρχος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας πείστηκε ότι ο Ηρώδης ήταν ο μόνος που μπορούσε να κυβερνήσει την Παλαιστίνη και τον διατήρησε στο αξίωμα του βασιλιά της Ιουδαίας. Όχι μόνο του ξανάδωσε τα εδάφη που του είχε αποσπάσει η Κλεοπάτρα, αλλά του παραχώρησε και νέα, ώστε το βασίλειό του να περιλαμβάνει ολόκληρη την Παλαιστίνη, τον σημερινό νότιο Λίβανο, την Ιορδανία και τη Συρία. Παράλληλα, του παραχώρησε τα ορυχεία χαλκού της Κύπρου με μισό μερίδιο στα κέρδη.

Μετά την στερέωση της εξουσίας του, ο Ηρώδης επιδόθηκε σε έργα προόδου και πολιτισμού. Ανήγειρε ογκώδη φρούρια (Μασάντα), μεγαλοπρεπή ανάκτορα, θέατρα, υδραγωγεία, γυμναστήρια και ιπποδρόμια, ενώ ίδρυσε δύο νέες πόλεις: την παραθαλάσσια Καισάρεια της Παλαιστίνης (μεταξύ Γιάφας και Χάιφας) και τη Σεβάστεια της Σαμάρειας. Το σπουδαιότερο έργο του υπήρξε η ανοικοδόμηση του Ναού της Ιερουσαλήμ.

Ο Ηρώδης ήταν ένθερμος φίλος του ελληνικού πολιτισμού. Περιστοιχιζόταν από έλληνες φιλοσόφους και ρήτορες, με σπουδαιότερο τον Νικόλαο Δαμασκηνό, ο οποίος τον μύησε στην ελληνική φιλοσοφία και τη ρητορική. Όπως έγραψε ο σπουδαίος ιστορικός της εποχής Ιώσηπος Φλάβιος, ο Ηρώδης «Έλλησι πλέον ή Ιουδαίους οικείους είχε».

Η διανοητική αστάθεια και τα ειδεχθή εγκλήματα του Ηρώδη

Με την πάροδο του χρόνου ο Ηρώδης γινόταν όλο και πιο σκληρός και βίαιος και σε συνδυασμό με την προϊούσα διανοητική του αστάθεια, επικίνδυνος. Σε μία έκρηξη οργής σκότωσε τη σύζυγό του Μαριάμ, την οποία σημειωτέον υπεραγαπούσε, ύστερα από διαβολή της αδελφής του Σαλώμης (δεν πρέπει να συγχέεται με την κατοπινή Σαλώμη του Ευαγγελίου).

Εκτός από τη Μαριάμ, σκότωσε δύο από τα 14 παιδιά του (τα είχε αποκτήσει με τις έξι από τις δέκα γυναίκες του), τη μητέρα της, τον αδελφό της και τον παππού της.

Η Σφαγή των Νηπίων στη Βηθλεέμ, λίγο πριν από το θάνατό του, ίσως ήταν η πιο απάνθρωπη πράξη του, αλλά θα πρέπει να θεωρείται απόλυτα συνεπής με τη διανοητική του κατάσταση. Στο Ευαγγέλιο του Ματθαίου, ο Ηρώδης χαρακτηρίζεται αρχομανής, πονηρός, καχύποπτος και αιμοχαρής τύραννος. Την ίδια άποψη είχαν και οι Ιουδαίοι υπήκοοί του.

Ο Ηρώδης ο Μέγας πέθανε στην Ιεριχώ της Ιουδαίας το 4 π.Χ. ή το 1 π.Χ. Τον διαδέχθηκε ως βασιλιάς της Ιουδαίας ένας από τους γιους του, ο Ηρώδης Αρχέλαος (23 π.Χ. - 18 μ.Χ.).

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΤΟ EMAIL ΣΑΣ

Εγγραφείτε στο Newsletter μας για να λαμβάνετε κάθε μέρα στο email σας τα σημαντικότερα άρθρα του «Σαν Σήμερα .gr»


ΜΟΝΑΔΙΚΑ ΠΡΟΝΟΜΙΑ ΜΕΛΟΥΣ

premium Γίνε συνδρομητής με μόλις 8 € / μήνα, στήριξε τον αγαπημένο σου ιστότοπο
και απόλαυσε premium περιεχόμενο, χωρίς διαφημίσεις!

ΜΑΘΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ