Βασιλιάς της Ελλάδας (30 Μαΐου 1917 - 12 Οκτωβρίου 1920). Δευτερότοκος γιος του βασιλιά Κωνσταντίνου Α’ και της βασίλισσας Σοφίας, γεννήθηκε στην Αθήνα στις 20 Ιουλίου 1893.
Αποφοίτησε από τη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων με μέτρια βαθμολογία. Σε ηλικία 19 ετών πήρε μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους ως διαγγελέας του πατέρα του, που ήταν αρχιστράτηγος του ελληνικού στρατού.
Μετά τον εθνικό διχασμό και την εμμονή του Κωνσταντίνου στην ουδετερότητα της Ελλάδας κατά τον Α’ Παγκόσμια Πόλεμο, οι συμμαχικές δυνάμεις με τελεσίγραφο, που παρέδωσε ο αρμοστής τους στον Πειραιά, Σαρλ Ζονάρ, απαίτησαν την απομάκρυνση από το θρόνο τόσο του ιδίου, όσο και του διαδόχου Γεωργίου.
Έτσι στις 30 Μαΐου του 1917 ο Αλέξανδρος αναγορεύθηκε βασιλιάς, σε ηλικία 24 ετών. Στο μικρό χρονικό διάστημα της βασιλείας του προσπάθησε όσο ήταν δυνατόν να μην εμπλακεί στα πολιτικά πράγματα. Η ηπιότητα και η διαλλακτικότητα του χαρακτήρα του συνέβαλαν με την πάροδο του χρόνου στη συμφιλίωςή του με τον Βενιζέλο, παρά το συναισθηματικό βάρος από την εκδίωξη του πατέρα του. Ήταν αρκετά δημοφιλής στις τάξεις του στρατεύματος, εξαιτίας και της Μικρασιατικής εκστρατείας, που ξεκίνησε την περίοδο της βασιλείας του.
Ο δεσμός του με την κοινή θνητή Ασπασία Μάνου, κόρη επιλάρχου Πέτρου Μάνου ιππάρχου των Ανακτόρων, προκάλεσε σάλο, τόσο εντός της βασιλικής οικογένειας, όσο και στον πολιτικό κόσμο. Μάταια ο Βενιζέλος τον συμβούλευσε να παντρευτεί την πριγκίπισσα Μαίρη, κόρη του Βασιλιά της Αγγλίας Γεωργίου Ε’.
Στις 4 Νοεμβρίου 1919, παρά τις αντιρρήσεις της βασιλικής οικογένειας και του Βενιζέλου, προχώρησε σε μοναργατικό γάμο με την αγαπημένη του. Το γεγονός προκάλεσε σκάνδαλο και παρά λίγο να στοιχίσει την απομάκρυνση της μοναρχίας από την Ελλάδα. Η ελληνική κυβέρνηση απαίτησε την απομάκρυνση της κυρίας Μάνου, που έφυγε για το Παρίσι, συνοδευόμενη από τον Αλέξανδρο.
Στην «Πόλη του Φωτός» συναντήθηκε με το Ελευθέριο Βενιζέλο και διευθέτησαν το πρόβλημα νομιμότητας του γάμου του. Ο Αλέξανδρος επέστρεψε στην Ελλάδα, αλλά λίγο πριν από το δημοψήφισμα για την επάνοδο του πατέρα του Κωνσταντίνο στο θρόνο, πέθανε από στρεπτόκοκκο στις 12 Οκτωβρίου 1920, μετά από δήγμα πιθήκου στα βασιλικά ανάκτορα του Τατοΐου.