Αδύνατο να δούμε τίποτε· μόνο ακούγαμε
λες κι ο Θεός μας έκανε μια μικρή συγκατάβαση.
Όμως εκείνος έβλεπε καλά,
με μια ψυχή αναλωμένη περισσότερο,
όσα δεν είδαμε εμείς ως τώρα μασώντας χασίσι
ή αφήνοντας από σκοπού τη φαντασία μας να δουλεύει.
Ακούγαμε μα δεν καταλαβαίναμε τη γλώσσα του ουρανού.
Τέλος, τόνε σηκώσαμε τυφλό.
Η αποκάλυψη τον έκανε ερείπιο.
Πολύ ακριβά την πλήρωσε την άλλη ομορφιά.
Έτσι ο Σαύλος έγινε Παύλος — όσο για μας,
μείναμε οι ίδιοι ύστερα απ’ τις πρώτες εντυπώσεις,
ίσως γιατί δεν είμασταν σκεύη εκλογής· αργότερα
πήραμε απόφαση ν’ αλλάξουμε, όταν νιώσαμε
τριγύρω μας μονάχα εγκατάλειψη,
έστω κι αν ξέραμε πως μέσα μας
φέρναμε το δαίμονα μιας νέας φυγής.