Παν' απ' όλα τ ' άρεσε να δρέπει
Τα τελευταία της ευτυχίας μου μαγιάτικα ρόδα·
Τά 'ριχνε στο νεροχύτη κι ευώδα,
Το αίμα του τον τυραννάει.
Παν' απ' όλα τ’ άρεσε την ηλιαχτίδα
Της ψυχής μου να δελεάζει·
Να τη σέρνει στο σκοτεινό του νυχτερινό μαράζι.
Παν' απ' όλα τ' άρεσε ν' αρπάζει
Την παιχνιδιάρικη καρδιά μου απ' τις αιώρες·
Μυρωδιάς εαρινής πού 'χουν τα λεμονάνθια.
Την κρέμαγε σ' αφάνες· την πέταγε στ' αγκάθια
...Το αίμα του τον τυραννάει.