Μελισσάνθη

Μέσα στην αναρχία των πρώτων ημερών με την απελευθέρωση του
'45 όλοι γυρέψαμε να βρούμε τη Μ ε λ ι σ σ ά ν θ η

Οι δρόμοι ακόμη σκοτεινοί
Και στο σκοτάδι η ερημιά
Χιλιάδες κόσμος που κυκλοφορεί
Και σιγοψιθυρίζει τ ’ όνομα
Της Μελισσάνθης

Πού είναι η Μελισσάνθη;
Μελισσάνθη
                  -σάνθη
                               —ηηη...
Καμιά φωνή
Κανείς δεν ξέρει τι ν’ αποκριθεί
Τώρα πια φύγαν οι εχθροί
Χιλιάδες έρημοι άνθρωποι
Χυμένοι στο μεγάλο δρόμο από άσφαλτο
Τραυματισμένο απ’ τις μικρές χρωματιστές σημαίες
Κι εγώ μαζί τους
Έφηβος
Με σπρώχνουν σπρώχνω και ρωτώ
Ψελλίζω τ’ όνομά της ...
Μελισσάνθη
                   —σάνθη
                                  —ηηη...
Πού νάναι ή Μελισσάνθη;

Φοβόμουν μ’ έπνιγε ή σιωπή
Απ ’ τα σπαρμένα ηλεκτρικά καλώδια
Από τις σιδεριές των γκρεμισμένων μας σπιτιών

Σαν χέρια παραμορφωμένα
Σχήματα αιχμηρά
Που να ζητάν ελεημοσύνη από τον ουρανό
Ηλεκτρικά συνθήματα, φωτιές μέσ’ στο σκοτάδι
Από το πλήθος που ζητά
Τη Μελισσάνθη!

Πού νάναι ή Μελισσάνθη;
Μελισσάνθη
                  —σάνθη
                                 —ηηη...

Κι ο αγέρας ήταν βρώμικος και τα παιδιά ορφανά
Μια πληγωμένη σκύλα λειτουργούσε τραγικά
Έξω από ναούς και ιερά
Παρατηρούσε μας ξεχώριζε και μας κερνούσε πυρετό
Κι ο δρόμος παντοδύναμος
Ρουφούσε το αίμα για κρασί
Κάπνιζε ομίχλη
Μασούσε πέτρες σώματα
Χιλιάδες στόματα πικρά
Παίρναν τη λύπη για χαρά
Κι ανάβαν δάδες και κεριά
Και φωτιζόταν η φθορά — μαύρη μεγάλη συμφορά—
Πού νάναι ή Μελισσάνθη;
Σύνθημα και κραυγή
Λυγμός στα χείλια των εφήβων
Που με τα σώματα ζεστά ’πό το κρεβάτι
Ερωτικά ξαπλώνουν με την άσφαλτο
Με μια σημαία του έθνους καρφωμένη στην καρδιά
Φώναζαν ψάχναν να τήν βρουν
Την Μελισσάνθη!

ΟΙ ΑΣΤΥΝΟΜΟΙ ΕΤΟΙΜΑΣΑΝ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΟΥΣ
ΝΟΜΟΥΣ:
Ο ΚΥΒΕΡΝΗΤΗΣ ΔΙΑΛΕΞΕ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΟΥΣ
ΑΣΤΥΝΟΜΟΥΣ

Τα πρώτα νέα κυκλοφορούν στις έκτακτες εκδόσεις
Κι ο τελικός συμβιβασμός:
Ο ΚΥΒΕΡΝΗΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΑ ΤΟΥΣ ΑΣΤΥΝΟΜΟΥΣ
Η ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ ΚΥΒΕΡΝΑ ΤΟΝ ΚΥΒΕΡΝΗΤΗ
ΖΗΤΩ ΤΟ ΕΘΝΟΣ Η ΠΑΤΡΙΔΑ ΚΑΙ ΤΟ ΣΠΙΤΙ

Αλαλαγμός
Ο πληθυσμός είναι νεκρός
Στην Πολιτεία κατοικούν οι Δολοφόνοι
Κι ούτε ψωμί ούτε νερό — οι Νέοι τρέφονται μέ σκόνη
Τα βρέφη πίνουνε χολή κ’ οι Μάνες...
Οι Μάνες τρέχουν έξαλλες στους δρόμους
Ταΐζουν με τα ψίχουλα πουλιά
Ή βγαίνουν πάνω στις καμένες στέγες
Και προσπαθούν να πιούνε τη βροχή σταλιά σταλιά
Να πάρουν δύναμη και να χυμήξουνε κοράκια
Κραυγάζοντας στης πολιτείας τα στενά
Μα ή Μελισσάνθη πουθενά!

Πολύχρωμη απελπισία του καιρού μου
Βοήθησέ με να εξαφανιστώ
Να σκεπαστώ
Απ’ τη ψυχρή αλήθεια που γεννάει ο Χρόνος
Κατευναστικά

Ή Μελισσάνθη χάθηκε οριστικά

                                                   Νοέμβριος 1965

 

Μάνος Χατζιδάκις
Μάνος Χατζιδάκις (1925 - 1994)

έλληνας συνθέτης.

Βιογραφία

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΤΟ EMAIL ΣΑΣ

Εγγραφείτε στο Newsletter μας για να λαμβάνετε κάθε μέρα στο email σας τα σημαντικότερα άρθρα του «Σαν Σήμερα .gr»


ΜΟΝΑΔΙΚΑ ΠΡΟΝΟΜΙΑ ΜΕΛΟΥΣ

premium Γίνε συνδρομητής με μόλις 8 € / μήνα, στήριξε τον αγαπημένο σου ιστότοπο
και απόλαυσε premium περιεχόμενο, χωρίς διαφημίσεις!

ΜΑΘΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ