Βαυαρός πολιτικός, φιλελευθέρων φρονημάτων. Γεννημένος στις 28 Φεβρουαρίου του 1787, ο Λουδοβίκος Ιωσήφ Άρμανσπεργκ (Josef Ludwig von Armansperg) υπηρέτησε σε διάφορες διοικητικές θέσεις, ανέλαβε διπλωματικές αποστολές και εξελέγη βουλευτής και αντιπρόεδρος της Βουλής της Βαυαρίας. Επί βασιλείας Λουδοβίκου του Α’ (πατέρα του Όθωνα) διετέλεσε Υπουργός Εσωτερικών, Οικονομικών και Εξωτερικών.
Το 1833, έπειτα από παράκληση του Λουδοβίκου, κατήλθε στην Ελλάδα, ως μέλος της Αντιβασιλείας, που κυβερνούσε τη χώρα μέχρι την ενηλικίωση του βασιλιά Όθωνα. Η άγνοια του Άρμανσπεργκ για την ελληνική πραγματικότητα συνετέλεσε στην αποτυχία πολλών από τα μέτρα που εφάρμοσαν οι Βαυαροί στην Ελλάδα.
Σ’ αυτόν οφείλεται ο διωγμός των βετεράνων αγωνιστών του ’21, με αποκορύφωμα την περίφημη δίκη του Κολωκοτρώνη. Εξαιτίας της αυταρχικότητας και της αγγλοφιλίας του, ήλθε σε σύγκρουση με τα άλλα δύο μέλη της αντιβασιλείας, Μάουρερ και Χέυδεκ, και πέτυχε την απομάκρυνσή τους από την Ελλάδα.
Επί της βασιλείας του Όθωνα υπηρέτησε επί διετία ως αρχικαγκελάριος (πρωθυπουργός). Αντικαταστάθηκε από τον συμπατριώτη του Ιγνάτιο Ρούντχαρντ, λόγω της φιλοαγγλικής του πολιτικής και της ρήξεώς του με τον Όθωνα. Μετά την απόλυσή του επανήλθε οικογενειακώς στη Βαυαρία τον Μάρτιο του 1837, όπου ιδιώτευσε μέχρι του θανάτου του, στις 3 Απριλίου του 1853.