Ρώσος επαναστάτης, συνδεδεμένος με το κίνημα των Νιχιλιστών και θεωρητικός της τρομοκρατίας. Ο «ένοπλος προφήτης», όπως τον αποκάλεσε ο έλληνας διανοητής Κώστας Παπαϊωάννου, επηρέασε την πολιτική πρακτική τόσο του Λένιν και του Στάλιν, όσο και κάποιων ριζοσπαστικών και τρομοκρατικών οργανώσεων του 20ου αιώνα (Μαύροι Πάνθηρες, Ερυθρές Ταξιαρχίες). Σίγουρα κάποια από τα μέλη της 17 Νοέμβρη έχουν διαβάσει και εμπεδώσει την μπροσούρα του Η κατήχηση του επαναστάτη.
Ο Σεργκέι Γκενάντιεβιτς Νετσάγιεφ (Sergey Gennadiyevich Nyechayev) γεννήθηκε στις 2 Οκτωβρίου 1847 στο Ιβάνοβο της Ρωσίας από ταπεινή και φτωχή οικογένεια, σε αντίθεση με τους αριστοκρατικής καταγωγής ρώσους επαναστάτες Χέρτσεν, Μπακούνιν και Κροπότκιν. Από μικρός βίωσε την καταπίεση και διαμόρφωσε ένα άσβεστο μίσος για την τσαρική καθεστηκυία τάξη. Καίτοι αυτοδίδακτος, το 1866 πέρασε τις εξετάσεις και διορίστηκε δάσκαλος σε σχολείο της Αγίας Πετρούπολης. Παράλληλα, παρακολούθησε μαθήματα στο Πανεπιστήμιο της πόλης, χωρίς να έχει την ιδιότητα του φοιτητή. Εκεί γνώρισε τα ανατρεπτικά γραπτά των «Δεκεμβριστών», του «Κύκλου Πετρασέφσκι» (μέλος του υπήρξε ο Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι) και του αναρχικού Μιχαήλ Μπακούνιν. Συνδέθηκε με τα πιο ριζοσπαστικά στοιχεία του φοιτητικού κινήματος κι έλαβε μέρος στην εξέγερση του 1868.
Τον Ιανουάριο του 1869 φεύγει κρυφά από τη Ρωσία για τη Γενεύη. Προσποιούμενος τον εκπρόσωπο ενός επαναστατικού κινήματος, κατορθώνει να κερδίσει την εμπιστοσύνη του Μιχαήλ Μπακούνιν. Ο 55χρονος επαναστάτης γοητεύεται από τον όμορφο και δυναμικό νεαρό και τον ερωτεύεται παράφορα. Η σχέση τους είναι στενή και παθιασμένη, αλλά πολύ γρήγορα θα γίνει προβληματική. Στον Νετσάγιεφ ο Μπακούνιν βλέπει τον αυθεντικό εκπρόσωπο της ρωσικής νεολαίας, την οποία θεωρεί την πιο επαναστατική του κόσμου.
Την άνοιξη του 1869 γράφουν μαζί την «Κατήχηση ενός επαναστάτη», μια προγραμματική διακήρυξη για την καταστροφή της κοινωνίας και του κράτους. Σε μία παράγραφο αναφέρεται: «Ο επαναστάτης είναι ένας αφοσιωμένος άνθρωπος. Δεν έχει δικά του ενδιαφέροντα, δουλειές, αισθήματα, δεσμούς, περιουσία, ούτε καν όνομα. Κάθε τι μέσα του έχει απορροφηθεί από ένα αποκλειστικό ενδιαφέρον, μια σκέψη, ένα πάθος, την επανάσταση. Στα έσχατα βάθη της ύπαρξής του, όχι μόνο στα λόγια αλλά και στην πράξη, έχει διαρρήξει κάθε δεσμό με την κυρίαρχη τάξη και ολόκληρο τον καλλιεργημένο κόσμο, με τους νόμους τους, τις κοινωνικές συμβάσεις και την ηθική τάξη. Είναι αμείλικτος εχθρός αυτού του κόσμου, κι αν συνεχίζει να ζει μέσα του, το κάνει με σκοπό να τον καταστρέψει πιο αποτελεσματικά».
Για τον Νετσάγιεφ κάθε μέσο που υπηρετεί τον επαναστατικό σκοπό είναι δικαιολογημένο, δηλαδή ακολουθεί πιστά τη μακιαβελική πρακτική «Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» και το σύστημα των Ιησουϊτών «Σώμα μας είναι η ωμή βία, ψυχή μας το ψεύδος», όπως τον κατήγγειλε αργότερα ο Μπακούνιν. Από την «Κατήχηση του επαναστάτη» διαβάζουμε: «Η οργάνωσή μας έχει μόνον έναν σκοπό, την ολική χειραφέτηση και ευτυχία του λαού, δηλαδή των κοινών εργαζομένων… H χειραφέτηση και η ευτυχία μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω μιας ολοκληρωτικά καταστροφικής λαϊκής επανάστασης... Η μόνη, σωτήρια για τον λαό, επανάσταση είναι αυτή που ξεριζώνει ολόκληρο το κρατικό σύστημα κι εξολοθρεύει όλες τις κρατικές παραδόσεις του καθεστώτος και των κυρίαρχων τάξεων της Ρωσίας. Επομένως, η οργάνωσή μας δεν σκοπεύει να επιβάλει στο λαό κάποια οργάνωση από τα πάνω…»
Εφοδιασμένος με χρήματα για τον επαναστατικό σκοπό, ο Νετσάγιεφ επιστρέφει μυστικά στη Ρωσία το 1869 και εγκαθίσταται στη Μόσχα. Ιδρύει την οργάνωση «Λαϊκή Εκδίκηση» και αρχίζει να στρατολογεί μέλη για μια εξέγερση τον επόμενο χρόνο. Η οργάνωση βασίζεται στις αρχές της «Κατήχησης» και απαιτεί από τα μέλη της απόλυτη υποταγή στον αρχηγό. Όταν ένα μέλος της, ο φοιτητής Ιβάν Ιβάνοφ, διαμαρτυρήθηκε για τις αυταρχικές μεθόδους του Νετσάγιεφ, αυτός οργάνωσε την εκτέλεσή του και μάλιστα του έδωσε τη χαριστική βολή, αφού προηγουμένως κτυπήθηκε ανηλεώς από πιστά μέλη της οργάνωσης. Το πτώμα του Ιβάνωφ πετάχτηκε στα παγωμένα νερά μιας λίμνης έξω από τη Μόσχα. Το επεισόδιο αυτό δραματοποιήθηκε από τον Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι και αποτέλεσε τη μαγιά του έξοχου πολιτικού του μυθιστορήματος «Οι Δαιμονισμένοι» (εκδ. Γκοβόστη), που εκδόθηκε το 1872. Ο Νετσάγιεφ αναγνωρίζεται μέσα από τον ήρωα του βιβλίου Πιότρ Βερχοβένσκι.
Όταν αποκαλύφτηκε το έγκλημα, ο Νετσάγιεφ διέφυγε στην Ελβετία (15 Δεκεμβρίου 1869), όμως 67 μέλη της ομάδας οδηγήθηκαν στο δικαστήριο. Ο Μπακούνιν τον υποδέχθηκε με ανοιχτές αγκάλες («Τόσο πολύ πήδηξα από τη χαρά μου, που παρ' ολίγο να σπάσω το ταβάνι με το γέρικο κεφάλι μου», έγραψε). Γρήγορα, όμως, ο νεαρός επαναστάτης θα έλθει σε ρήξη με τους συντρόφους του, με αποτέλεσμα η Α' Διεθνής να τον αποκηρύξει το 1871. Η συμπεριφορά του είχε αλλάξει απότομα και υποπτευόταν τους πάντες. Ίσως αυτό να εξηγείται από το ότι ήταν καταζητούμενος σε όλη την Ευρώπη για τον φόνο του Ιβάνωφ.
Στις 14 Αυγούστου 1872 ο Νετσάγιεφ συνελήφθη στη Ζυρίχη και εκδόθηκε στη Ρωσία από τις ελβετικές αρχές. Δικάσθηκε για τον φόνο του Ιβάνωφ και καταδικάσθηκε σε 20 χρόνια καταναγκαστικών έργων. Οι τσαρικές αρχές του πρόσφεραν τη δυνατότητα να γίνει καταδότης και να κερδίσει την εύνοιά τους, αλλά αυτός αρνήθηκε και παρέμεινε πιστός στις αρχές του. Η φυματίωση, από την οποία έπασχε, τελικά τον κατέβαλε και άφησε την τελευταία του πνοή στη φυλακή στις 21 Νοεμβρίου 1882.