Ο Ελβετός ψυχολόγος και βιολόγος Ζαν Πιαζέ υπήρξε ο πρώτος ενήλικος που πήρε στα σοβαρά τα παιδιά. Το πολύπλευρο επιστημονικό του έργο και η τεράστια συμβολή του κυρίως στην Εξελικτική Ψυχολογία συνέβαλε στο να χαρακτηριοτεί ως η σημαντικότερη φυσιογνωμία του 20ού αιώνα στον τομέα αυτό.
Ο Ζαν Πιαζέ γεννήθηκε στις 9 Αυγούστου 1896 στο Νεσατέλ και μεγάλωσε κοντά στη λίμνη της όμορφης αυτής ελβετικής πόλης. Ο πατέρας του ήταν καθηγητής Μεσαιωνικών Σπουδών και η μητέρα του μια σκληροπυρηνική καλβινίστρια
Από πολύ νωρίς ο μικρός Ζαν εκδήλωσε το ενδιαφέρον του για τη φύση και την αποκωδικοποίηση των μυστικών της. Όταν έγινε 10 ετών οι απορίες του μπορούσαν πλέον να απαντηθούν μόνο με ένα γερό ξεσκόνισμα της πλησιέστερης πανεπιστημιακής βιβλιοθήκης. Σε αυτή την ηλικία πρόλαβε να δημοσιεύσει σε τοπικό περιοδικό της γενέτειράς του το παρθενικό άρθρο του για το σπουργίτι «αλμπίνο» και αυτό ήταν και το «διαβατήριό» του για τον καχύποπτο με τους ανηλίκους βιβλιοθηκάριο του Πανεπιστημίου του Νεσατέλ.
Η ζωολογία θα μονοπωλήσει το ενδιαφέρον του για τα επόμενα χρόνια. Στα 15 του είχε δημοσιεύσει πλείστες μελέτες για τα μαλάκια ενώ τρία χρόνια αργότερα ξεκινά επισήμως τις σπουδές του στη Βιολογία που θα ολοκληρωθούν με τη διατριβή του με θέμα «Εισαγωγή στην οστρακολογία του Βαλέ».
Μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο το ενδιαφέρον του Πιαζέ μετατοπίζεται στην ψυχολογία. Μετακομίζει στη Ζυρίχη, όπου παρακολουθεί μαθήματα στο Εργαστήριο Ψυχολογίας του Καρλ Γιουνγκ και μαθητεύει κοντά στον Όιχεν Μπλόιλερ, παρατηρώντας με τον ζήλο νεοφώτιστου τη διεξαγωγή των συνεντεύξεων με τους ψυχικά ασθενείς.
Το 1919 βρίσκεται στο Παρίσι προκειμένου να παρακολουθήσει μαθήματα Λογικής και Φιλοσοφίας της Επιστήμης στη Σορβόννη και Ψυχοπαθολογίας στο νοσοκομείο Σαλπετριέρ.Την εποχή αυτή έρχεται σε επαφή με το έργο του Αμερικανού Τζέιμς Μπάλντουιν, από τους πρωτεργάτες της Πειραματικής Ψυχολογίας, ενώ αρχίζει να συνεργάζεται με τον Τεοντόρ Σιμόν στο εργαστήριο Παιδοψυχολογίας του Αλφρέντ Μπινέ.
Είναι η πρώτη φορά που ο Πιαζέ καλείται να ανιχνεύσει αυτό που θα μονοπωλήσει αργότερα την επιστημονική του σκέψη: το παιδικό και εφηβικό μυαλό (παρ’ ότι αρνούνταν πεισματικά να αποκαλέσει εαυτόν παιδοψυχολόγο). Κατ’ αρχήν το ενδιαφέρον του στράφηκε στις εσφαλμένες απαντήσεις που έδιναν παιδιά της ίδιας ηλικίας σε διάφορα ερωτήματα ευφυΐας στο πλαίσιο των τεστ συλλογισμού του Μπαρτ.
Αυτές οι «λάθος» - για τα δεδομένα του ορθολογιστή ενηλίκου - απαντήσεις μάγεψαν τον νεαρό επιστήμονα που άρχισε πλέον να παρακολουθεί στενά τα λόγια και τις πράξεις αυτών των λιλιπούτειων, ημιτελών πλασμάτων, διερευνώντας τους βασικούς μηχανισμούς της διανοητικής ανάπτυξής τους.
Ο Ζαν Πιαζέ προέβη σε μια ανακάλυψη που ήταν, σύμφωνα τουλάχιστον με τον Αλβέρτο Αϊνστάιν, «τόσο απλή που μόνο μια ιδιοφυία θα μπορούσε ποτέ να συλλάβει». Πολύ απλά διαπίστωσε ότι τα παιδιά σκέφτονται διαφορετικά από τους μεγάλους. Οι «παράλογες» απαντήσεις που μοιάζουν τις περισσότερες φορές να δίνουν στα πιο απλοϊκά ερωτήματα εντάσσονται σε μια εσώτερη λογική διεργασία με τον δικό της πολύπλοκο κώδικα.
Σε ένα από τα πλέον περίφημα πειράματά του με δεκάδες ανυποψίαστα πιτσιρίκια ο Πιαζέ έθεσε το ερώτημα «Τι είναι αυτό που δημιουργεί τον αέρα;» και άρχισε να συλλέγει απαντήσεις. Όταν η πεντάχρονη Τζούλια τού απάντησε «Τα δέντρα», εκείνος συνέχισε τον αλλόκοτο αυτό διάλογο με ένα ακόμη ερώτημα. «Πώς το ξέρεις;». «Τα είδα να κουνούν τα χέρια τους». «Και πώς αυτό δημιουργεί τον αέρα;». Στο σημείο αυτό η μικρή Τζούλια άρχισε να κουνά το χέρι της μπροστά από το πρόσωπό της αποφαινόμενη με άκρως σοβαρό ύφος: «Να, έτσι. Μόνο που είναι μεγαλύτερα. Και υπάρχουν πολλά δέντρα».
Ο παιδικός υπερρεαλισμός είχε βρει επιτέλους έναν καλών προθέσεων ενήλικο συνομιλητή. Που δεν προσπαθεί να τον διορθώσει, προτιμά να τον επεξεργαστεί και να τον ερμηνεύσει. «Τα παιδιά» λέει ο Πιαζέ «κατανοούν μόνο αυτά που επινοούν τα ίδια, γι’ αυτό κάθε φορά που προσπαθούμε να τα διδάξουμε κάτι υπερβολικά γρήγορα, τα εμποδίζουμε να επανεφεύρουν τον εαυτό τους».
Το 1921 αναλαμβάνει την διεύθυνση του Ινστιτούτου Ζαν Ζακ Ρουσό της Γενεύης και το 1930 του Διεθνούς Ινστιτούτου Εκπαίδευσης που υπήρξε πρόδρομος της UNESCO. Με τη γέννηση του πρώτου του παιδιού το ενδιαφέρον του στρέφεται σχεδόν αναπόφευκτα στη βρεφική ηλικία. Τα τρία παιδιά του θα αποτελέσουν τα ιδανικά «πειραματόζωα» για τις μεταγενέστερες μελέτες του, στις οποίες θα συμβάλει με τη σειρά της ως ψυχολόγος και μητέρα τους, η σύζυγός του Βαλεντίν Σαντενέ.;
Την περίοδο αυτή θα περιγράψει τα στάδια της γνωστικής ανάπτυξης του παιδιού. Ανάμεσά τους:α) το στάδιο της αισθησιοκινητικής ανάπτυξης που διαρκεί ως τα 2 χρόνια και χαρακτηρίζεται από τη σταδιακή κατάκτηση του κινητικού συντονισμού και της σταθερότητας των αντικειμένων, β) η προσυλλογιστική περίοδος (από 2 έως 7 χρόνων):, κατά την οποία αναπτύσσεται η συμβολική λειτουργία και η προεννοιολογική σκέψη, γ) το στάδιο των συγκεκριμένων συλλογισμών (από 7 έως 11 χρόνων), κατά το οποίο το παιδί αποκτά την ικανότητα των νοητικών πράξεων που όμως γίνονται πάνω σε συγκεκριμένα αντικείμενα και στο άμεσο παρόν.
Οι θεωρίες του, παρά την έντονη κριτική που δέχθηκαν κυρίως για τον υπερτονισμό του ρόλου της γνωστικής ανάπτυξης (σε βάρος της συναισθηματικής και της κοινωνικής), είχαν τεράστιο αντίκτυπο στην παιδαγωγική και στον τρόπο που αναλαμβανόμαστε σήμερα αυτά τα τέλεια ημιτελή πλάσματα που υπήρξαμε κάποτε όλοι.
Ο Ζαν Πιαζέ έζησε 84 χρόνια και πέθανε στην Γενεύη στις 16 Σεπτεμβρίου 1980.