Ο αμερικανός στρατιώτης Χένρι Γκούνθερ έχασε τη ζωή στις 10:59 της 11ης Νοεμβρίου 1918, ένα λεπτό πριν από την έναρξη ισχύος της ανακωχής που είχαν υπογράψει νωρίτερα οι εκπρόσωποι της Αντάντ και των Γερμανών. Ήταν ο τελευταίος στρατιωτικός που έπεσε στο πεδίο της μάχης στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ο γερμανικής καταγωγής Χένρι Γκούνθερ γεννήθηκε στις 6 Ιουνίου 1895 στη Βαλτιμόρη. Αρχικά δούλεψε ως λογιστής και στη συνέχεια προσλήφθηκε στην Εθνική Τράπεζα της Βαλτιμόρης. Με την εμπλοκή των ΗΠΑ στον πόλεμο, τον Απρίλιο του 1917, ζήτησε να καταταγεί, παρότι ως γερμανικής καταγωγής θα μπορούσε να αποφύγει τη στράτευση. Εντάχθηκε σε μονάδα εφοδιασμού της 79ης Μεραρχίας Πεζικού και γρήγορα ξεχώρισε για τις ικανότητές του και προήχθη στο βαθμό του λοχία.
Τον Ιούλιο του 1918 στάλθηκε στην Ευρώπη και συγκεκριμένα στο Δυτικό Μέτωπο, όπου πολεμούσε ο κύριος όγκος των αμερικανικών δυνάμεων. Σε μία ανάπαυλα των επιχειρήσεων έγραψε ένα γράμμα σε κάποιον φίλο του στην πατρίδα, στο οποίο διεκτραγώδησε τις άθλιες συνθήκες που βίωνε και τον προέτρεψε να αποφύγει τη στράτευση. Για κακή του τύχη το γράμμα του περιήλθε σε γνώση της στρατιωτικής λογοκρισίας και ο λοχίας Γκούνθερ υποβιβάστηκε σε στρατιώτη.
Τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς η μονάδα του συμμετείχε στην τελική επίθεση των Συμμάχων κατά των Γερμανών, στο Δυτικό Μέτωπο («Επίθεση Μεύση-Αργκόν»). Στις 5 το πρωί της 11ης Νοεμβρίου υπογράφηκε σ’ ένα σιδηροδρομικό βαγόνι στο δάσος της Κομπιένης (60 χλμ. βόρεια του Παρισιού) η ανακωχή ανάμεσα σε Συμμάχους και Γερμανούς, σύμφωνα με την οποία οι στρατιωτικές επιχειρήσεις θα έληγαν στις 11 το πρωί της ίδιας ημέρας. Μέχρι εκείνη την ώρα οι μάχες στο Δυτικό Μέτωπο συνεχίστηκαν κανονικά και σύμφωνα με τα στρατιωτικά αρχεία τουλάχιστον 2.500 μαχητές έχασαν τη ζωή τους.
Λίγη ώρα προτού σιγήσουν τα όπλα, ο λόχος του Γκούνθερ βρέθηκε αντιμέτωπος μ’ ένα γερμανικό μπλόκο έξω από το χωριό Σομόν-Ντεβάν-Ντανβιγιέρ, κοντά στον ποταμό Μεύση, στη διαφιλονικούμενη περιοχή της Λορένης. Ο Γκούντερ, παρακούοντας την εντολή του λοχία του, όρμησε εναντίον του γερμανικού φυλακίου πυροβολώντας ακατάπαυστα. Οι Γερμανοί που ήταν ενήμεροι της εκεχειρίας τον προειδοποίησαν να σταματήσει και να κάνει πίσω. Αυτός όμως συνέχιζε απτόητος την επίθεση σαν κάτι να ήθελε να αποδείξει. Λίγο προτού φτάσει στο γερμανικό μπλόκο μία ριπή οπλοπολυβόλου τού πήρε τη ζωή.
Στην ημερήσια διαταγή της επομένης, ο επικεφαλής του Αμερικανικού Εκστρατευτικού Σώματος, στρατηγός Τζον Πέρσινγκ, ανέφερε το όνομα του στρατιώτη Χένρι Γκούνθερ, επισημαίνοντας ότι ήταν ο τελευταίος Αμερικανός που σκοτώθηκε στον πόλεμο. Μεταθανάτια, του αποδόθηκαν πολλές τιμές και αποκαταστάθηκε στο βαθμό του λοχία.
Ο μετέπειτα διάσημος συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων Τζέιμς Κέιν, ρεπόρτερ τότε της εφημερίδας «The Sun» της Βαλιτιμόρης, θέλησε να μάθει την ιστορία του Γκούνθερ από πρώτο χέρι. Πήρε συνεντεύξεις από συμμαχητές του και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «του είχε στοιχίσει πολύ ο υποβιβασμός του σε στρατιώτη και του είχε γίνει έμμονη ιδέα να αποδείξει τις ικανότητές του ενώπιον των αξιωματικών και των συστρατιωτών του».