Η «εθνική σταρ της Ελλάδος» γεννήθηκε στις 20 Ιουλίου του 1934 στο Μαρούσι. Τρεις μέρες αργότερα αρρώστησε με πνευμονία και αμέσως οι γονείς της φώναξαν ιερέα να τη βαφτίσει. Το όνομα που της έδωσαν: Αλίκη - Σταματίνα. Τα παιδικά της χρόνια ήταν ιδιαίτερα δύσκολα και φτωχικά. Στην κατοχή ο πατέρας της δολοφονήθηκε και η μητέρας της ανέλαβε μόνη της να μεγαλώσει τα τρία παιδιά, την Αλίκη, τον Αντώνη και τον Τάκη.
Από μικρή η Αλίκη λάτρευε τη Μαίρη Πίκφορντ και την Γκρέτα Γκάρμπο. Το πλούσιο υποκριτικό της ταλέντο διαφάνηκε από τα παιδικά της ακόμα χρόνια, πρωταγωνιστώντας στις περισσότερες σχολικές θεατρικές παραστάσεις.
Το 1952 έδωσε εξετάσεις στη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου, κρυφά από την οικογένειά της, καθώς το επάγγελμα του ηθοποιού εθεωρείτο ντροπή την εποχή εκείνη. Το 1953, όντας στο δεύτερο έτος της σχολής, της ανατέθηκε ο μικρός ρόλος της Λουιζόν στον «Κατά φαντασίαν ασθενή» του Μολιέρου, ενώ τον ίδιο χρόνο πήρε και το ρόλο της Ολυμπίας στις «Φουσκοθαλασσιές» του Δημήτρη Μπόγρη.
Το καλοκαίρι του 1954, πριν ακόμα τελειώσει τη δραματική σχολή κι ενώ επέστρεφε από τις διακοπές της, την κάλεσε ο σπουδαίος ηθοποιός και σκηνοθέτης Νίκος Χατζίσκος για να αντικαταστήσει την Άννα Συνοδινού, που αποχώρησε από το θίασο, στο ρόλο της Ιουλιέτας. Για να παίξει στο έργο χρειάστηκε να πάρει ειδική άδεια από τη σχολή της, έχοντας στη διάθεσή της μόνο τρία μερόνυχτα για να προετοιμαστεί και να μάθει το ρόλο. Η Ιουλιέτα της μπορεί να μην ήταν υπόδειγμα σεξπηρικής ερμηνείας, κοινό και κριτικοί, όμως, χειροκρότησαν την προσπάθειά της.
Ακολουθεί η πρώτη εμφάνισή της στον κινηματογράφο το 1954 με την ταινία «Το Ποντικάκι», η συνεργασία της με το θίασο Κοτοπούλη, το θίασο της Κατερίνας και τέλος με το θίασο του Κώστα Μουσούρη, ο οποίος την έχρισε πρωταγωνίστρια.
Το 1961 η Αλίκη Βουγιουκλάκη συγκροτεί τον δικό της θίασο, ανεβάζοντας τα έργα «Καίσαρ και Κλεοπάτρα», «Χτυποκάρδια στο θρανίο» κ.α. Στο μεταξύ, γνωρίζεται με το Φιλοποίμενα Φίνο, συνεργάζεται με την εταιρεία του, τη «Φίνος Φιλμ», και μαζί κάνουν πολλές από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του ελληνικού κινηματογράφου. Ξεχωρίζουν: «Η Αλίκη στο Ναυτικό», «Η Λίζα και η άλλη», «Η κόρη μου η Σοσιαλίστρια», «Η Μαρία της Σιωπής», «Ο αγαπητικός της Βοσκοπούλας», «Το κορίτσι με τα παραμύθια», «Διακοπές στην Αίγινα», «Έρωτας στους αμμόλοφους», «Αστέρω», «Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο», «Μανταλένα», «Η Υπολοχαγός Νατάσσα», «Η ψεύτρα» κ.α.
Οι ρόλοι της, κατά κανόνα της χαριτωμένης σκανδαλιάρας κοπέλας, είχαν μεγάλη απήχηση στο κοινό και εξασφάλισαν στην ηθοποιό σπάνια δημοτικότητα. Με τον ρόλο της στη «Μανταλένα» κέρδισε το βραβείο του Α’ Γυναικείου Ρόλου, το 1960, στο Φεστιβάλ Ταινιών Θεσσαλονίκης, ενώ η ίδια ταινία εκπροσώπησε την Ελλάδα στο διεθνές κινηματογραφικό φεστιβάλ των Καννών, όπου άφησε πάρα πολύ καλές εντυπώσεις. Η «Υπολοχαγός Νατάσσα» θεωρείται η μεγαλύτερη εισπρακτική επιτυχία στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου, ενώ και οι δύο επόμενες εισπρακτικές κινηματογραφικές επιτυχίες ανήκουν στη Βουγιουκλάκη.
Η συνάντησή της το 1959 στα κινηματογραφικά πλατό της ταινίας «Αστέρω» με τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ αποτέλεσε απαρχή της ιστορίας του διασημότερου ζευγαριού στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου και του θεάτρου. Στις 18 Ιανουαρίου 1965 ενώθηκαν με τα δεσμά του γάμου και απέκτησαν ένα παιδί, τον Γιάννη. Ωστόσο, ο θυελλώδης γάμος τους δεν κράτησε πολύ… Διαλύθηκε, έπειτα από δικαστικές μάχες, στις 4 Ιουλίου του 1979. Εκτός από τις δεκάδες ταινίες που γύρισαν μαζί, από το 1964 έως το 1974 συνεργάσθηκαν σε θίασο που συνέστησαν οι δυο τους. Μία από τις πολλές θεατρικές επιτυχίες τους ήταν στο έργο του Μπέρναρ Σο «Ωραία μου κυρία».
Μετά την παρακμή του ελληνικού κινηματογράφου, η Αλίκη Βουγιουκλάκη επικέντρωσε τη δραστηριότητά της στο θέατρο, ενώ ασχολήθηκε και με την τηλεόραση. Μεγάλες θεατρικές επιτυχίες ήταν το «Καμπαρέ», «Εβίτα», «Ωραία μου κυρία», «Πέπσι», «Λυσιστράτη». Η θεατρική της παρουσία έκλεισε το 1996 με το έργο «Η Μελωδία της Ευτυχίας» των Ρότζερς και Χάμερσταϊν, στο ρόλο της Μαρίας. Λίγο αργότερα, οι γιατροί διέγνωσαν καρκίνο καλπάζουσας μορφής. Ο θάνατός της, μόλις τρεις μέρες μετά τα γενέθλιά της, στις 23 Ιουλίου 1996, βύθισε στο πένθος ολόκληρο τον ελληνισμό.