Σφαγμένος πετεινός μαυρόλειρος
Χαράματα στον ύπνο σου λαλεί
Και ξημερώνει μόνος σε γεφύρι χιονισμένο
Ντυμένη στ άσπρα της του πρωτομάστορα
η γυναίκα σε καλεί
να κατεβείς στα θέμελα που σ’ είχανε ταμένο.
Ποτάμι χιόνι το πρωί τα δέντρα να σου κρύβει
να βγει μια νύχτα του χιονιού μέσα στο μεσημέρι
όνειρο που φωτίστηκε, τυφλώθηκε κι εχάθη
κάθε νεκρός κι η νύχτα του κι ο ήλιος τη δική του
να δείς και πως φωτίζεται τ άλλο μισό του κόσμου.