Ξορκίζεις, σπέρνεις βότανα, βάφεις τις προσωπίδες,
δικό σου φτιάχνεις ουρανό, φεύγεις σε ξένο αστέρι
και στο φευγιό σου παρατάς τις πίκρες που σου πήρα.
Σημαδεμένη τράπουλα, σ’ είδα και δεν με είδες
ό,τι έσπειρε η τύχη σου στου κήπου το παρτέρι
δεν φύτρωσε και σ’ το ’λεγα : άλλο τα μάγια, άλλο η μοίρα.