Σήκωσε το ακουστικό να τηλεφωνήσει στον Σταθμό Πρώτων Βοηθειών.
Αλλά πριν προλάβει να σχηματίσει τον σύντομο αριθμό, τον βρήκε
στο βάθος της γραμμής να παλεύει με ένα πλήθος ναυαγίων συριστικών
συμφώνων, και εκτεταμένων φωνηέντων. Τον κάλεσε με αγωνία καθώς τις
κραυγές του αναγνώρισε:
— Θεέ μου. Τι γίνεται εδώ; Πώς βρέθηκες στα έγκατα της τηλεφωνικής μου
συσκευής; Γιατί; Τί κάνεις;
Κι’ εκείνος της απάντησε:
ΠΡΩΤΟΝ:
Δεν κάνω τίποτε. Απλώς τηλεφωνώ. Και περιμένω να απαντήσεις.
ΔΕΥΤΕΡΟΝ:
Κάποιοι με τίς βαρειές αξίνες των
στον πέμπτο προ Χριστού αιώνα, σπάζουν μάρμαρα
κωπηλατούν αναζητώντας μια χαμένη Ατλαντίδα
βαθειά μέσα στά σύρματα των τηλεφώνων
Κάποιοι, μέσα σέ υπόγειες σπηλιές
τυμβωρυχούν.
Σηκώνεις το ακουστικό. Όμως μονάχα τις βαρειές
αξίνες των ακούμε. Και,
ΤΡΙΤΟΝ:
Άπραγοι. Εκεί βαθειά καθηλωμένοι, από το κεντρί της βεβαιότητας πως
αυτό ήταν. Άδεντρα μάτια. Σε σκληρό χώμα βλάστηση μόλις,
για τα εμπεδωμένα ζωύφια των αιώνων.Έτσι επέζησε το Γένος
στο οποίο όλες οι Αύρες επιδαψίλευσαν Προκλήσεις.