Φέρετε μου όπου θάλλει
ή μυρσίνη και ή χλόη
αιωνία,
όπου κλώνες ανθών πλήρεις
πλάττουσιν πυκνήν θολίαν
πλήρη μύρων.
Φέρετέ με όπου ψάλλον
προς τα ρόδα αμιλλάται
το πτηνόν,
όπου ρύακες πλανώνται
όπως νήματα ευμήκη,
αργυρά.
Με αβρόν ταώνων άρμα
φέρετέ με εις την νήσον
των γελώτων,
όπου λάμπει μόνον έαρ
και καρπός αυτού ακμάζει
ο λωτός!
Εκεί όπου εις λειμώνας,
με στεφάνους εστεμμένοι
χρυσανθέμων
κύκλω κάθηνται ωραίοι
και χαρμόσυνοι συμπόται,
δότε χώρον.
Δότε μοι λωτόν, εταίροι,
και να πίω ανθοσμίαν
απνευστί·
θέλω λήθην των ανθρώπων,
θέλω λήθην των φροντίδων,
τών παθών.