Αν δε δαρθεί ο πηλός, κέραμος δε γίνεται. (εκπ/ση – δουλειά)
Ελλάδα
Αν δε διαβούμε ανήφορο, κατήφορο δε βρίσκουμε.
Ελλάδα
Αν δεν κοπιάσουν γόνατα, κοιλιά δε θεραπεύουν.
Ελλάδα
Ανεβαίνω κατεβαίνω, τα βρακιά μου λύνω-δένω…(άσκοπες δουλειές)
Ελλάδα
Άνθρωπος χωρίς δουλειά, του χωριού κακή λαλιά.
Ελλάδα
Αφήνεις τη δουλειά σου και πιάνεις τα πιμπλιά σου…
Ελλάδα
Βλογημένα χέρια και καταραμένα στόματα.
Ελλάδα
Βόηθα με, φτωχέ μου, μη σου μοιάσω.
Ελλάδα
Βρέξε πόδια για να φας μπαρμπούνια.
Ελλάδα
Για αύριο φαΐ ν’ αφήνεις, δουλειά να μην αφήνεις.
Ελλάδα
Για να φας αμύγδαλα, πρέπει να τα σπάσεις.
Ελλάδα
Δουλειά με το στανιό δε γίνεται.
Ελλάδα
Δουλειά χωρίς ανταμοιβή είναι τιμωρία.
Ελλάδα
Δουλεμένο, ζηλεμένο του Θεού ευλογημένο.
Ελλάδα
Δούλευε να φας και κλέψε να ’χεις.
Ελλάδα
Δούλευε σαν σκλάβος και τρώγε σαν αφέντης.
Ελλάδα
Δούλευε στα νιάτα σου, να ’χεις στα γηρατειά σου.
Ελλάδα
Δούλεψέ με κακομοίρη, να μη γίνω σαν κι εσένα.
Ελλάδα
Δούλεψε σήμερα, να ’χεις αύριο.
Ελλάδα
Δώσε μου δουλειά και πάρε την κληρονομιά.
Ελλάδα