Ο Ασημάκης Πανσέληνος ήταν έλληνας δικηγόρος, πολιτικός, ποιητής, δοκιμιογράφος και κριτικός λογοτεχνίας. Ανένταχτος διανοούμενος της Αριστεράς έγραψε ποιήματα που διακρίνονται για την ειρωνεία και κάποτε για τον σαρκασμό τους. Όπως επισημαίνει ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Παντελής Μπουκάλας, ο Ασημάκης Πανσέληνος υπήρξε ένας άθεος που λάτρευε τις δικές του θεότητες: το χιούμορ, τη σάτιρα, τον καγχασμό, τον αντιδογματισμό και την αντιεξουσία.
Γιος του υφασματέμπορου Ιωακείμ Πανσέληνου και της Μυρτούς Βελισσαρίου, ο Ασημάκης Πανσέληνος γεννήθηκε το 1903 στη Μυτιλήνη, όπου πέρασε τα παιδικά και γυμνασιακά του χρόνια. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και εργάστηκε ως δικηγόρος.
Άρχισε να δημοσιεύει στίχους, άρθρα και σχόλια από τα νεανικά του χρόνια. Το 1921 ένα πεζογράφημά του βραβεύτηκε σε διαγωνισμό της εφημερίδας «Ο Μυτιληνιός», που εξέδιδε ο Θεόδωρος Θεοδωρίδης (Ντόρος Ντορής). Συνέχισε να δημοσιεύει στίχους και πεζά στο εν λόγω έντυπο, ενώ ακολούθησαν δημοσιεύσεις του, με διάφορα ψευδώνυμα, σε έντυπα όπως «Ελεύθερος Λόγος» (1921), «Καμπάνα» (1923-1924), «Ταχυδρόμος» (1925), «Λεσβιακή Μούσα» (1925-1927) και «Λεσβιακές Σελίδες» (1925).
Στις αρχές της δεκαετίας του ‘30 έγραφε σε περιοδικά της αριστερής διανόησης («Νέα Επιθεώρηση», «Νέοι Πρωτοπόροι» κ.ά.) και κατά την περίοδο της δικτατορίας Μεταξά συνεργάστηκε με το πρωτοποριακό τότε περιοδικό «Νεοελληνικά Γράμματα». Για τα δημοσιεύματά του, αλλά και την αντικαθεστωτική του δράση, φυλακίστηκε μαζί με τους Νίκο Καρβούνη, Κώστα Βάρναλη και Γιάννη Κορδάτο. Το ποίημά του «Τριμελές Πλημμελειοδικείο» μαρτυρεί τον μαχόμενο στρατευμένο διανοούμενο εκείνης της περιόδου. Ποιήματά του κυκλοφορούσαν προφορικά μεταξύ κρατουμένων ή απαγγέλλονταν σε συγκεντρώσεις, όπως γινόταν και με ποιήματα του Κώστα Βάρναλη, του Άγι Θέρου κ.ά.
Κατά τη διάρκεια της Κατοχής συμμετείχε στον κύκλο των αντιστασιακών λογοτεχνών και συνεργαζόταν σε παράνομα έντυπα. Συνελήφθη από τις ιταλικές αρχές και κλείστηκε στις φυλακές Αβέρωφ. Μετά τα «Δεκεμβριανά» (1944) φυλακίστηκε από τους Άγγλους στο στρατόπεδο Χασανίου (Ελληνικού), απ’ όπου δραπέτευσε.
Μετά την απελευθέρωση συνεργάστηκε με το περιοδικό «Ελεύθερα Γράμματα» που διηύθυνε ο Δημήτρης Φωτιάδης. Αργότερα, προσχώρησε στο σοσιαλδημοκρατικών τάσεων «Σοσιαλιστικό Κόμμα - Ένωση Λαϊκής Δημοκρατίας» (ΣΚ-ΕΛΔ) των Αλέξανδρου Σβώλου και Ηλία Τσιριμώκου και αρθρογραφούσε στην εφημερίδα του κόμματος «Μάχη». Στις πρώτες μετεμφυλιακές εκλογές του 1950 εξελέγη βουλευτής Λέσβου με ΣΚ-ΕΛΔ και παρέμεινε μέλος της Βουλής μέχρι τη διάλυσή της το 1951.
Στην εργογραφία του Ασημάκη Πανσέληνου περιλαμβάνονται οι ποιητικές συλλογές «Μέρες οργής» (1945), «Ταξίδια με πολλούς ανέμους» (1964) και «Το καφενείο του άλλου δρόμου» (1971), το χρονικό «Μέρες από τη ζωή μας» (1957), τα δοκίμια για τον Γιώργο Θεοτοκά (1973) και τον Άγγελο Σικελιανό (1981), τα αυτοβιογραφικά «Τότε που ζούσαμε» (1974) και «Νερά και χώματα και άλλα πολλά» (1977) και η σάτιρα «Συνέντευξη με τον εαυτό μου» (1984). Μεγάλο μέρος του ποιητικού και κριτικού έργου του παραμένει διάσπαρτο στα διάφορα έντυπα με τα οποία συνεργάστηκε. Από το 1975 έως το 1977 διετέλεσε μέλος του διοικητικού συμβουλίου και αντιπρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών.
Ο Ασημάκης Πανσέληνος πέθανε στην 1η Σεπτεμβρίου 1984, σε ηλικία 81 ετών. Γιος του είναι ο βραβευμένος πεζογράφος Αλέξης Πανσέληνος.
- Διαβάστε: Ασημάκης Πανσέληνος - Αποφθέγματα