Πιτ Τάουνσεντ

Ο Πιτ Τάουνσεντ (Pete Townshend) είναι άγγλος συνθέτης και κιθαρίστας, από τις κορυφαίες προσωπικότητες της ροκ μουσικής. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος και η κινητήρια δύναμη του συγκροτήματος «The Who», που έγραψε τη δική του συναρπαστική ιστορία στο χώρο του ροκ και επηρέασε ουκ ολίγα συγκροτήματα.

Εξαιρετικός τραγουδοποιός (έγραψε πάνω από 100 τραγούδια για τους Who) και με δυναμική σκηνική παρουσία, άφησε διακριτό το στίγμα του στις συναυλίες με τη χαρακτηριστική κίνησή του στο παίξιμο της κιθάρας («windmill» move = κίνηση «ανεμόμυλος»), αλλά και με τη συχνή καταστροφή της κιθάρας του σε στιγμές ντελίριου. Το 1990 έγινε δεκτός ως μέλος των Who στο «Πάνθεον του Ροκ εν Ρολ» (Rock and Roll Hall of Fame) και το 2011 στην επικαιροποιημένη λίστα του μουσικού περιοδικού Rolling Stone με τους «100 κορυφαίους κιθαρίστες όλων των εποχών» κατατάχθηκε στην 11η θέση.

Ο Πίτερ Ντένις Μπλάντφορντ Τάουνσεντ, όπως ήταν το πλήρες ονοματεπώνυμό του, γεννήθηκε στο προάστιο Τσίζικ του δυτικού Λονδίνου στις 19 Μαΐου 1945, από οικογένεια μουσικών. Ο πατέρας του, Κλιφ Τάουνσεντ, ήταν σαξοφωνίστας στη χορευτική ορχήστρα της Πολεμικής Αεροπορίας «The Squadronaires» και η μητέρα του, Μπέτι Ντένις, τραγουδίστρια σε ψυχαγωγικές ορχήστρες.

O Πιτ Τάουνσεντ με τους «The Who»Από μικρός εντρύφησε στη μουσική και ειδικά στο ροκ εν ρολ μετά τα μέσα της δεκαετίας του ’50. Όταν έγινε δώδεκα χρονών, η γιαγιά του, με την οποία ζούσε μετά τον χωρισμό των γονιών του, τοy χάρισε την πρώτη του κιθάρα. Στα μαθητικά του χρόνια σχημάτισε ένα βραχύβιο τζαζ γκρουπ με την ονομασία «The Confederates» με τον συμμαθητή του Τζον Έντγουιστλ, τον μετέπειτα μπασίστα των The Who, και έπαιζαν σε τοπικές παμπ.

Το 1961 γράφτηκε στο Κολέγιο Καλών Τεχνών Ίλινγκ, για να γίνει γραφίστας και παράλληλα έγινε μέλος του ροκ εν ρολ συγκροτήματος του Ρότζερ Ντάλτρεϊ «The Detours», στο οποίο αργότερα προστέθηκε και ο Τζον Έντγουιστλ. Το 1964 ο Τάουνσεντ εγκατέλειψε τις σπουδές του για να αφιερωθεί στη μουσική και στα τέλη του ίδιου χρόνου οι «The Detours» άλλαξαν το όνομά τους σε «The Who», επειδή υπήρχε και άλλο γκρουπ με το ίδιο όνομα. Με την προσθήκη του εκκεντρικού ντάμερ Κιθ Μουν το συγκρότημα πήρε την τελική του μορφή.

Ο Πιτ Τάουνσεντ διακρίθηκε ως βασικός κιθαρίστας και συνθέτης του συγκροτήματος, ενώ συμμετείχε και στις επανασυστάσεις τους που ακολούθησαν μετά την τυπική διάλυσή τους το 1982. Στη διάρκεια της δεκαετίας του ’70, οι Who ανταγωνίζονταν για τον τίτλο της «μεγαλύτερης ροκ μπάντας του πλανήτη» με τους Rolling Stones, με ισχυρότερο όπλο τους τη δύναμη και την αύρα των ζωντανών εμφανίσεών τους.

Εάν, όμως, η μουσική των Rolling Stones ήταν κατά κύριο λόγο επικεντρωμένη στο παρελθόν (κυρίως σε κάποια είδη της αφροαμερικάνικης μουσικής), αυτή των Who όλο και περισσότερο αποτελούσε αποκλειστική εκδήλωση των φιλόδοξων οραματισμών του Τάουνσεντ για μία εξέλιξη του ροκ προς νέες ανεξερεύνητες περιοχές. Εκτός από τα σπουδαία τραγούδια που έγραψε («I Can’t Explain», «Pictures of Lily», «Substitute», «My Generation»,«Baba O’Riley» κ.ά.), ήταν ο ιθύνων νους των «θεματικών» (concept) άλμπουμ «Tommy» (1969) και «Quadrophenia» (1973), που τις ονόμασε ροκ-όπερες.

Ο Πιτ Τάουνσεντ το 2016, κατά τη διάρκεια συναυλίαςΤο 1972 o Πιτ Τάουνσεντ κυκλοφόρησε το πρώτο του προσωπικό άλμπουμ «Who Came First», που ήταν αφιερωμένο στον πνευματικό του καθοδηγητή, τον ινδό γκουρού Μεχέρ Μπάμπα, αλλά οι πωλήσεις του ήταν απογοητευτικές. Το 1976 κυκλοφόρησε το «Rough Mix», σε ντουέτο με τον Ρόνι Λέιν, τον μπασίστα των Small Faces.

Η πρώτη του ολοκληρωμένη σόλο προσπάθεια έγινε το 1980 με το άλμπουμ «Empty Glass», που ξεπέρασε το ένα εκατομμύριο πωλήσεις και έφτασε στο Νο5 του αγγλικού πίνακα επιτυχιών. Το άλμπουμ περιλάμβανε τις επιτυχίες «Let My Love Open The Door», «A Little Is Enough» και «Rough Boys». Ακολούθησε το «All The Best Cowboys Have Chinese Eyes» (1982), που είχε μικρότερη επιτυχία. Την ίδια χρονιά αποχώρησε από τους Who.

Το 1983 κυκλοφόρησε τον δίσκο «Scoop», ενώ το 1985 επέστρεψε στα «θεματικά» άλμπουμ με το «White City: A Novel», από το οποίο προέκυψε το λάιβ «Pete Townshend’s Deep End Live!», και 1989 το «The Iron Man: The Musical by Pete Townshend», που βασιζόταν σε μία ιστορία επιστημονικής φαντασίας του ποιητή Τεντ Χιουζ και στο οποίο συμμετείχαν ο Τζον Λι Χούκερ, η Νίνα Σιμόν και τρία από τα πρώην μέλη των Who. Την ίδια χρονιά ο Τάουνσεντ ακολούθησε τους Who σε μία περιοδεία επανένωσης. Ακολούθησε το άλμπουμ «Psychoderelict» (1993), που όμως είχε περιορισμένες πωλήσεις. Τα επόμενα χρόνια κυκλοφόρησε μια σειρά από λάιβ άλμπουμ, ενώ επιμελήθηκε επανεκδόσεις κλασικών άλμπουμ των Who.

Στην προσωπική του ζωή, ο Πιτ Τάουσεντ είναι παντρεμένος σε δεύτερο γάμο με την κατά πολύ μικρότερή του μουσικό Ρέιτσελ Φούλερ. Από τον πρώτο του γάμο με τη συμφοιτήτριά του Κάρεν Άσλεϊ απέκτησε τρία παιδιά. Το 2003 το όνομα του παραλίγο να κηλιδωθεί, όταν έγινε γνωστό ότι ήταν συνδρομητής σε έναν ιστότοπο με διαφημίσεις παιδικής πορνογραφίας. Τελικά, η δικαστική έρευνα της υπόθεσης δεν βρήκε κάτι μεμπτό εναντίον του.

Ο Πιτ Τάουνσεντ, όπως και πολλοί αστέρες του ροκ, αναπτύσσει φιλανθρωπική δράση, ιδιαίτερα στην καταπολέμηση της παιδικής φτώχειας και συντρέχει τους σκοπούς της Διεθνούς Αμνηστίας.

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΤΟ EMAIL ΣΑΣ

Εγγραφείτε στο Newsletter μας για να λαμβάνετε κάθε μέρα στο email σας τα σημαντικότερα άρθρα του «Σαν Σήμερα .gr»


ΜΟΝΑΔΙΚΑ ΠΡΟΝΟΜΙΑ ΜΕΛΟΥΣ

premium Γίνε συνδρομητής με μόλις 8 € / μήνα, στήριξε τον αγαπημένο σου ιστότοπο
και απόλαυσε premium περιεχόμενο, χωρίς διαφημίσεις!

ΜΑΘΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ