Ο Αλέκος Λειβαδίτης ήταν έλληνας ηθοποιός, που έλαμψε στην επιθεώρηση και θεωρείται ένας από τους κορυφαίους του ελληνικού αυτού θεατρικού είδους. Σύμφωνα με τον θεατρικό κριτικό Κώστα Γεωργουσόπουλο, υπήρξε ένα από τα ιερά τέρατα της επιθεώρησης.
«Ψηλός, ανοικονόμητος, με στυλ που παρέπεμπε στην τεχνική του κλόουν και στις φιγούρες της βουβής κωμωδίας του αμερικανικού κινηματογράφου, ο Λειβαδίτης, είτε ως μάγκας είτε ως υπερφυσικός μπεμπές είτε ως αλητάκος, με φράκο ή με κρητική βράκα, χορεύοντας έξοχα κλακέτες ή τραγουδώντας με θαυμάσια βαρύτονη φωνή, έλαμπε στη σκηνή οικοδομώντας νούμερα, συχνά εκ του μηδενός, ή αξιοποιώντας, συχνά, κείμενα κατά τρόπο ευφάνταστο και χυμώδη. Υπήρξε ένας από τους θεμελιωτές τής αυτοσχέδιας μιμικής και ένας ιδιοφυής, αυτοδίδακτος στην ουσία, μίμος».
Ο Αλέκος Λειβαδίτης γεννήθηκε στην Αθήνα, στις 15 Δεκεμβρίου 1914. Ήταν το μεγαλύτερο παιδί του Λύσανδρου Λειβαδίτη, εμπόρου με καταγωγή από την Κοντοβάζαινα Αρκαδίας και της αθηναίας Βασιλικής Κοντοπούλου. Αδελφός του ήταν ο σπουδαίος ποιητής Τάσος Λειβαδίτης (1922-1988) και ανιψιός του ο επίσης ηθοποιός Θάνος Λειβαδίτης (1934-2005).
Απόφοιτος της μέσης Εμπορικής Σχολής και χωρίς σπουδές υποκριτικής, πρωτοεμφανίστηκε στον κινηματογράφο το 1940 με το αισθηματικό δράμα του Φιλοποίμενος Φίνου «Τραγούδι του χωρισμού» και στο θέατρο το 1947 με την επιθεώρηση των Ασημακόπουλου-Παπαδούκα-Σπυρόπουλου «Γελάτε χωρίς βέτο», που ανέβηκε στο θέατρο «Ακροπόλ» της οδού Πατησίων.
Από την πρώτη του εμφάνιση κατέκτησε το θεατρόφιλο κοινό με το χυμώδες και πληθωρικό κωμικό ταλέντο του και καθιερώθηκε ως πρωταγωνιστής του ελαφρού μουσικού και κωμικού θεάτρου. Έκτοτε συγκρότησε και συμμετείχε σε θιάσους με τις αδελφές Καλουτά, τη σύντροφο της ζωής του Ρένα Ντορ, τη Μαρίκα Κρεββατά, τον Κώστα Δούκα, τον Νίκο Σταυρίδη, την Καίτη Ντιριντάουα, τον Κώστα Χατζηχρήστο, τον Ορέστη Μακρή, τον Τάκη Μηλιάδη, την Καίτη Μπελίντα κ.ά.
Η κινηματογραφική του παρουσία ήταν μικρή, καθώς τον είχε απορροφήσει ολοκληρωτικά το «σανίδι». Στον κινηματογράφο έπαιξε σε 15 ταινίες και σκηνοθέτησε μια εξ αυτών, την κωμωδία «Εκατό Χιλιάδες Λίρες» (1948), σε σενάριο Νίκου Τσιφόρου και πρωταγωνιστές τον Μίμη Φωτόπουλο και τον Ντίνο Ηλιόπουλο. Οι τελευταίες εμφανίσεις του στην μεγάλη οθόνη ήταν στις κωμωδίες του «Θανάση Σφίξε κι άλλο το Ζωνάρι» του Θόδωρου Μαραγκού και «Γεύση από Ελλάδα» του Γιώργου Λαζαρίδη, γυρισμένες και οι δυο το 1979. Το 1980 καταγράφονται και οι δυο μοναδικές του εμφανίσεις στην τηλεόραση, στην σειρά της ΥΕΝΕΔ «Ελληνικό και ξένο μονόπρακτο».
Μαχητικός συνδικαλιστής, υπήρξε μέλος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών (ΣΕΗ), και διετέλεσε πρόεδρος του Ταμείου Αλληλοβοηθείας του ΣΕΗ. Τιμήθηκε από τον Βασιλέα Γεώργιο Β' με το μετάλλιο του Αλβανικού Πολέμου, καθώς και από τον Βασιλέα Παύλο για την προβολή της Ελλάδας στο εξωτερικό.
Ο Αλέκος Λειβαδίτης πέθανε ξαφνικά από ρήξη ανευρύσματος κοιλιακής αορτής στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός», στις 23 Μαρτίου 1980, σε ηλικία 65 ετών.