Το 1992 ο Ψυχρός Πόλεμος αποτελούσε παρελθόν και το ΝΑΤΟ αναζητούσε νέο ρόλο. Στα τέλη Σεπτεμβρίου ξεκίνησε το Αιγαίο η καθιερωμένη νατοϊκή άσκηση Display Determination (Επίδειξη Αποφασιστικότητας), με τη συμμετοχή ναυτικών δυνάμεων από τέσσερις χώρες της Συμμαχίας (ΗΠΑ, Γαλλία, Ιταλία και Τουρκία). Το γενικό πρόσταγμα είχε ο ναύαρχος Τζέρεμι Μπόορντα, μετέπειτα αρχηγός του αμερικανικού ΓΕΝ.
Το σενάριο της άσκησης προέβλεπε αμφίβιες επιχειρήσεις στον κόλπο του Σάρου, βόρεια των Δαρδανελλίων, με επιτιθέμενους και αμυνόμενους. Η Φαιά Δύναμη υπό τον αμερικανό αντιναύαρχο Τζόζεφ Λόπεζ θα πραγματοποιούσε τις επιθετικές κινήσεις και η Πράσινη Δύναμη υπό τον ολλανδό ναύαρχο Κρουν θα έπαιζε τον ρόλο του αμυνομένου.
Την 1η Οκτωβρίου οι επιτελείς του αεροπλανοφόρου Σαρατόγκα, που ηγείτο της Φαιάς Δύναμης, αποφάσισαν στο πλαίσιο της άσκησης να χρησιμοποιήσουν το πυραυλικό σύστημα Sea Sparrow εναντίον του τουρκικού ναρκαλιευτικού Μουαβενέτ (πρώην USS Gwin), που συμμετείχε στην Πράσινη Δύναμη. Το όπλισαν, κλείδωσαν τον στόχο τους και περίμεναν την εντολή για την εικονική εκτόξευση.
Όμως, τα μεσάνυχτα της 1ης προς την 2α Οκτωβρίου, συνέβη το μοιραίο. Είτε από μηχανικό πρόβλημα, είτε σειρά λαθών και παρανοήσεων στην εκτέλεση της διαταγής, δύο «ολοζώντανοι» πύραυλοι εδάφους - αέρος τύπου Sparrow εκτοξεύθηκαν από το Σαρατόγκα και έπληξαν το Μουαβενέτ στη γέφυρα, προκαλώντας θύματα και ανεπανόρθωτες ζημιές στο πλοίο, που πουλήθηκε αργότερα για παλιοσίδερα. Πέντε μέλη του πληρώματος σκοτώθηκαν και 17 τραυματίστηκαν.
Το περιστατικό προκάλεσε ταραχή στη Συμμαχία και την Ουάσιγκτον, δεδομένου ότι εκείνη την εποχή υπήρχαν σκιές στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις, εξαιτίας των πληροφοριών για αμερικανική υποστήριξη στους Κούρδους του Ιράκ. Ο πρόεδρος Τζορτζ Μπους ο πρεσβύτερος ζήτησε συγγνώμη από τον τούρκο ομόλογό του Τουργκούτ Οζάλ.
Ο ανώτατος διοικητής του ΝΑΤΟ στρατηγός Σαλικασβίλι έσπευσε αμέσως στην Άγκυρα για να εκφράσει τα συλλυπητήρια του και να τονίσει στην τουρκική ηγεσία ότι θα κάνει ό,τι είναι δυνατό για τη διεξαγωγή μιας γρήγορης και πλήρους έρευνας. Από την πλευρά της Τουρκίας, ανώτεροι αξιωματούχου απέρριψαν την ιδέα ότι η επίθεση ήταν ηθελημένη, κάποιοι άλλοι κύκλοι, όμως, προσπάθησαν να ανακαλύψουν ελληνικό δάκτυλο, μέσω των ελληνοαμερικανών στρατιωτικών που υπηρετούσαν στο Σαρατόγκα.
Την επομένη του συμβάντος ο αμερικανικός στρατός έθεσε σε διαθεσιμότητα τον κυβερνήτη του Σαρατόγκα, πλοίαρχο Τζέιμς Ντράγκερ, και τέσσερις ακόμη ανώτερους αξιωματικούς του πλοίου. Όλοι τους πέρασαν ναυτοδικείο και αποστρατεύτηκαν, για να συνεχίσουν την καριέρα τους σε ακριβοπληρωμένες θέσεις του ιδιωτικού τομέα.
Στις 29 Σεπτεμβρίου 1994, τα θύματα του Μουαβενέτ υπέβαλαν συλλογική αγωγή κατά των ΗΠΑ σε αμερικανικό πολιτικό δικαστήριο, η οποία απορρίφθηκε λόγω αναρμοδιότητας στις 20 Φεβρουαρίου 1997. Οι ΗΠΑ, ως επανόρθωση, χάρισαν στην Τουρκία τη φρεγάτα τους Καποντάνο, η οποία ονομάσθηκε και πάλι Μουαβενέτ (Βοηθητικός, Υποστηρικτικός στα τουρκικά).