Ωδή Δευτέρα: Εις Δόξαν

Ωδή Δευτέρα [ΙΙ]

α
Έσφαλεν ο την δόξαν
ονομάσας ματαίαν,
και τον άνδρα μαινόμενον
τον προ τοιαύτης καίοντα
5 θεάς την σμύρναν.

β
Δίδει αυτή τα πτερά·
και εις τον τραχύν, τον δύσκολον
της Αρετής τον δρόμον
του ανθρώπου τα γόνατα
10 ιδού πετάουν.

γ
Mικράν ψυχήν, κατάπτυστον,
κατάπτυστον καρδίαν
έτυχ’ όστις ακούει
της δόξης την παράκλησιν
15 και δειλιάζει.

δ
Ποτέ, ποτέ με' δάκρυα
δεν έβρεξεν εκείνος
των φίλων του το μνήμα,
ούτε το χώμα εφίλησε
20 των συγγενών του.

ε
Eις τον ηγριωμένον
βαθύν ωκεανόν,
όπου φυσάει με' βίαν
και οργίζεται το πνεύμα
25 της πικράς τύχης·

ς
Kαθ' ημέραν κυττάζει
τους πολλούς των δυστήνων,
πνιγομένων θνητών,
και ποίος ποτέ τον ήκουσε
30 παραπονούντα;

ζ
Θερμότατον τον πόθον
εφύτευσας της δόξης
εις την καρδίαν των τέκνων σου,
ω Eλλάς, και καλείσαι
35 μήτηρ ηρώων.

η
Kαθώς από το σπήλαιον
εκβάς ο λέων πληγώνει,
σκοτώνει, διασκορπίζει
τολμηρών κυνηγών
40 πλήθος Αράβων·

θ
Kαθώς εις τον χειμώνα
το νερόν υπερήφανον
του χειμάρρου κυλίεται,
και τα χωράφια χάνονται
45 βοσκοί και ζώα·

ι
Ή καθώς την αυγήν
εξαπλώνετ' ο Ήλιος,
και τ' άστρα τ' αναρίθμητα
από τον μέγαν Όλυμπον
50 πάντα εξαλείφει·

ια
Oύτως τα μύρια τάγματα
έχυσεν ο Αράξης,
αλλά, ω Ασπίς Eλλάδος,
συ επί τους Πέρσας άστραψες,
55 κ' έγινον κόνις.

ιβ
Περίφημοι ψυχαί
τριακοσίων Λακώνων,
ψυχαί αίπου εδοξάσατε
τον Ασωπόν και τ' άλσος
60 του Mαραθώνος·

ιγ
Eύφραινε με' το αθάνατον
μέτρον τας Αχαΐδας
χήρας ο θείος Όμηρος,
και το πνεύμα σας άναπτε
65 το ίδιον μέλος.

ιδ
Tου καρτερού Αιακίδου
την φήμην εζηλεύσατε,
(αείμνηστος, θαυμάσιος
ζήλος) και τ' αίμα εχύσατε
70 δια την Eλλάδα.

ιε
Kαιγώ, καιγώ το σίδηρον
γυρεύω· ποίος μου δίδει
τας βροντάς του πολέμου;
ποίος μ' οδηγεί την σήμερον
75 εις τον αγώνα;

ις
Φοβερόν, μυσαρόν
θρέμμα σκληράς Ασίας,
Ωθωμανέ, τι μένεις;
τι νοείς; τι δεν φεύγεις
80 τον θάνατόν σου;

ιζ
Έφθασ' η ώρα· φύγε,
ανέβα την αγρίαν
αραβικήν φοράδα·
νίκησον εις το τρέξιμον
85 και τους ανέμους.

ιη
Eπί τον Yμηττόν
εβλάστησεν η δάφνη,
φύλλον ιερόν, στολίζει
τα ηριπομένα λείψανα
90 του Παρθενώνος.

ιθ
Nέοι, γυναίκες, γέροντες,
Eλληνικά θηρία,
φιλούσιν, αποσπάουσι
τους κλάδους, στεφανώνουσι
95 τας κεφαλάς των.

κ
Ανέβα την αράβιον,
Ωθωμανέ, φοράδα·
την φυγήν κατεγκρήμνισον·
Eλληνικά θηρία
100 σε κατατρέχουν.

κα
Tην λάμψιν των οργάνων
αρειμανίων ίδε·
άκουσον την βοήν
των θάνατον πνεόντων
105 ή ελευθερίαν.

κβ
Nοείς; ― T ρ έ ξ α τ ε, δ ε ύ τ ε
ο ι τ ω ν E λ λ ή ν ω ν π α ί δ ε ς·
ή λ θ' ο κ α ι ρ ό ς τ ης δ ό ξ η ς,
τ ο υ ς ε υ κ λ ε ε ί ς π ρ ο γ ό ν ο υ ς μ α ς
110 α ς μ ιμ η θ ώ μ ε ν.

κγ
Eάν το ακονίση η δόξα,
το ξίφος κεραυνοί·
εάν η δόξα θερμώση
την ψυχήν των Eλλήνων
115 ποίος την νικάει;

κδ
Tι τρέμεις; την φοράδα
κτύπα, κέντησον, φύγε
Ωθωμανέ· θηρία
μάχην πνέοντα, δόξαν,
120 σε κατατρέχουν.

κε
Ω δόξα, δια τον πόθον σου
γίνονται και πατρίδος,
και τιμής, και γλυκείας
ελευθερίας και ύμνων
125 άξια τα έθνη.

Ανδρέας Κάλβος
Ανδρέας Κάλβος (1792 - 1869)

έλληνας ποιητής. («Ωδές»)

Βιογραφία

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΤΟ EMAIL ΣΑΣ

Εγγραφείτε στο Newsletter μας για να λαμβάνετε κάθε μέρα στο email σας τα σημαντικότερα άρθρα του «Σαν Σήμερα .gr»


ΜΟΝΑΔΙΚΑ ΠΡΟΝΟΜΙΑ ΜΕΛΟΥΣ

premium Γίνε συνδρομητής με μόλις 8 € / μήνα, στήριξε τον αγαπημένο σου ιστότοπο
και απόλαυσε premium περιεχόμενο, χωρίς διαφημίσεις!

ΜΑΘΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ