Αλή Πασάς

Αλή Πασάς  (1750 – 1822)
Αλή Πασάς (1750 – 1822)

Ο Αλή Πασάς ο Τεπελενλής υπήρξε μία από τις ισχυρότερες φυσιογνωμίες της βαλκανικής χερσονήσου από τα τέλη του 18ου έως τις αρχές του 19ου αιώνα. Ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του ως αρχηγός ληστοσυμμορίας στα 15 του και κατάφερε να δημιουργήσει τη δική του επικράτεια μέσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, που εκτεινόταν από τη σημερινή Νότια Αλβανία (ή Βόρειο Ήπειρο) έως την Πελοπόννησο, προκαλώντας την αντίδραση του Σουλτάνου Μαχμούτ Β’ και τελικά την εξόντωσή του.

Ο Αλή ήταν μία αντιφατική προσωπικότητα. Αγράμματος κι εξυπνότατος, αφάνταστα φιλόδοξος, μέγας μηχανορράφος, φιλοχρήματος, άγριος και ακόλαστος, πανούργος, εκδικητικός και διπρόσωπος, δεν δίσταζε να χρησιμοποιεί κάθε μέσο για να επιτύχει τους σκοπούς του. Από την άλλη πλευρά, επέδειξε ένα εκσυγχρονιστικό πνεύμα για την εποχή του, με έργα υποδομής στην επικράτειά του, την εμπέδωση του αισθήματος της ασφάλειας στους υπηκόους του και την ανοχή του σε κάθε θρησκεία. Ο ίδιος, παρότι Μουσουλμάνος ήταν άθεος κι ένας άνθρωπος γεμάτος δεισιδαιμονίες.

Ως Πασάς των Ιωαννίνων εκμεταλλεύτηκε επιτήδεια τις αντιθέσεις των Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής του και χρησιμοποίησε επωφελώς το μίσος των υπόδουλων Ελλήνων κατά των Οθωμανών, συμβάλλοντας άθελά του ή μη στην έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης και τη διατήρησή της. Στην Αυλή του υπηρέτησαν πολλοί Έλληνες, ως γραμματικοί, γιατροί, ενώ αρκετοί οπλαρχηγοί που ηγήθηκαν της Επανάστασης έμαθαν τα μυστικά της στρατιωτικής τέχνης δίπλα του.

Ο Αλή Πασάς στη λίμνη του Βουθρωτού, Απρίλιος 1819. Λεπτομέρεια από λιθογραφία του Λουί ΝτυπρέΟ Αλή γεννήθηκε στο Τεπελένι της τότε Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (νυν Αλβανίας) το 1750, σύμφωνα με νεότερες έρευνες (παλαιότερες έρευνες αναφέρουν ως έτη γεννήσεως του το 1740, το 1741 και το 1744). Πατέρας του ήταν ο Βελής, πασάς του Δελβίνου και η μητέρα του η Χάμκω.

Σε νεαρή ηλικία έχασε τον πατέρα του και ανατράφηκε από τη μητέρα του, γυναίκα δυναμική, φιλόδοξη και φίλαρχη δυναμική, που επιδίωξε με κάθε τρόπο την είσοδο του γιου της στη στρατιωτική και διοικητική ιεραρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο ίδιος, έχοντας κληρονομήσει όλα τα χαρακτηριστικά της μητέρας του, έλεγε γι’ αυτή ότι τον «έκανε άντρα και βεζίρη».

Σε ηλικία 15 ετών ακολούθησε το ληστρικό επάγγελμα των προγόνων του και συνέπηξε συμμορία από Τόσκηδες και Λιάπηδες, πραγματοποιώντας επιδρομές στην Ήπειρο και τη Θεσσαλία. Η δράση του προκάλεσε την αντίδραση του Κουρτ Πασά των Ιωαννίνων, που τον συνέλαβε και τον φυλάκισε. Με την επέμβαση της Χάμκως και τη μεσολάβηση της συζύγου του, ο Αλή απελευθερώθηκε και κατέφυγε στη γενέτειρά του.

Δείχνοντας άγνοια κινδύνου και θράσος, ζήτησε να νυμφευτεί την κόρη του Κουρτ, Μαριέμ, εξοργίζοντας τον πασά. Τότε κατέφυγε στον αντίπαλο του Κουρτ, τον πασά του Δελβίνου Καπλάν και ζήτησε όχι μόνο την προστασία του, αλλά και το χέρι της κόρης του Εμινέ. Ο Καπλάν δέχτηκε και από τον γάμο του γεννήθηκαν οι δυο γιοι του, ο Μουχτάρ το 1769 και ο Βελής το 1773. Σε αντιστάθμισμα, η αδελφή του Χαϊνίτσα παντρεύτηκε τον γιο του Καπλάν, Αλή Μπέη.

Από εκείνο το σημείο έβαλε μπροστά το σχέδιο για την κοινωνική του ανέλιξη. Προσπάθησε ν’ αναλάβει το πασαλίκι του Δέλβινου, διαβάλοντας ή εξοντώνοντας κατά σειρά τον πεθερό του, τον γαμπρό του Αλή Μπέη και τον αντικαταστάτη του Σελίμ Μουσταφά, αλλά τελικά δεν τα κατάφερε.

Πορτρέτο του Αλή Πασά από τον άγγλο ιστορικό και συγγραφέα Τόμας Χιουζ (1820) Ο σουλτάνος, πάντως, εκτιμώντας τον δυναμισμό του τον διόρισε μουτασερίφη (διοικητή) του σαντζακίου των Τρικάλων και γενικό επόπτη των Δερβενίων. Ο Αλή επέδειξε διοικητικές ικανότητες, αποδεκάτισε τις συμμορίες κι ενέπνευσε στους κατοίκους της περιοχής το αίσθημα της ασφάλειας.

Επόμενος στόχος του, το πασαλίκι των Ιωαννίνων, το οποίο ανέλαβε το 1788 με σειρά νέων μηχανορραφιών και με τη βοήθεια ελλήνων αρματολών. Τα επόμενα χρόνια επεξέτεινε τη δικαιοδοσία του στην Ήπειρο, τη Θεσσαλία και τη Στερεά Ελλάδα, επιβάλλοντας δια ροπάλου τη δημόσια ασφάλεια.

Κατά τη διάρκεια του Ρωσο-Τουρκικού Πολέμου (1787-1792), οι Σουλιώτες προσπάθησαν να εξεγερθούν, με αποτέλεσμα να εκστρατεύσει εναντίον τους, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Τον Ιούλιο του 1789 υπέγραψε συμφωνία μαζί τους και ανέβαλε την κατάληψη του Σουλίου για ευθετότερο χρόνο.

Την ίδια εποχή, ο Αλή προσπάθησε να εκμεταλλευτεί την παρουσία των Ρώσων στις ελληνικές θάλασσες και να ιδρύσει μία ανεξάρτητη ηγεμονία. Το σχέδιό του ματαιώθηκε με τη λήξη του πολέμου. Τότε, καιροσκόπος καθώς ήταν, επαναβεβαίωσε τους δεσμούς του με το σουλτάνο και επιτέθηκε κατά των Σουλιωτών το 1792, χωρίς και πάλι επιτυχία.

Η κατάληψη των Επτανήσων από τους Γάλλους το 1797 ήταν μία ακόμη ευκαιρία για τον Αλή να επεκτείνει την κυριαρχία του. Έχοντας εξασφαλίσει την εύνοια των Γάλλων, ανήμερα το Πάσχα κυρίευσε τη Χειμάρρα και προέβη σε μεγάλες σφαγές. Παράλληλα, διατήρησε τις ισορροπίες στη σχέση του με τον Σουλτάνο και συνέβαλε καθοριστικά στην εκστρατεία των οθωμανικών δυνάμεων κατά του αποστάτη πασά του Βιδινίου Πασβάνογλου, αυξάνοντας σημαντικά το κύρος του, τόσο εντός όσο και εκτός των συνόρων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Μνημείο του Αλή Πασά στη γενέτειρά του, το ΤεπελένιΗ αποτυχία της εκστρατείας του Ναπολέοντα στην Αίγυπτο ανέτρεψε τα σχέδια του Αλή προσωρινά. Η στροφή του, μετά την απομάκρυνση των Γάλλων από τα Επτάνησα, προς τους Ρώσους και τους Άγγλους, ήταν προγραμματισμένη για να προλάβει τη διείσδυσή τους στην Ήπειρο. Με αιφνιδιαστική επίθεση κατέλαβε το Βουθρωτό και την Ηγουμενίτσα, και τον Οκτώβριο του 1798 την Πρέβεζα και τη Βόνιτσα, γεγονός που του εξασφάλισε τον έλεγχο του Αμβρακικού. Θέμα χρόνου ήταν και η κατάληψη του Σουλίου, που συνέβη το 1803.

Στα τέλη της πρώτης δεκαετίας του 19ου αιώνα η επικράτεια του Αλή Πασά εκτεινόταν από το Βεράτιο (Μπεράτ) της νοτιοκεντρικής Αλβανίας έως το ακρωτήριο Ταίναρο και περιλάμβανε τις περιοχές της Ηπείρου, της Δυτικής Μακεδονίας, της Θεσσαλίας, της Στερεάς Ελλάδας και εμμέσως της Πελοποννήσου, μιας και ο γιος του Βελής κατείχε το αξίωμα του Μόρα Βαλεσί με έδρα την Τριπολιτσά.

Όταν ολοκλήρωσε τις πολεμικές του επιχειρήσεις, ο Αλή επιδόθηκε στην οργάνωση της επικράτειάς του κι επέδειξε εξαιρετικές ικανότητες. Χωρίς να παύσει να είναι ο άνθρωπος των αρπαγών, των διώξεων, της καταπίεσης και του αίματος, έγινε συνάμα ο δημιουργός μιας προοδευτικής κατάστασης για την εποχή του. Έφτιαξε έργα υποδομής (δρόμους, γέφυρες, υδραγωγείο κλπ.), φρόντισε το εμπόριο και χτύπησε αποφασιστικά τη ληστεία. Ο γερμανός ιστορικός Καρλ Μέντελσον-Μπαρτόλντι γράφει ότι «τόσον ασφαλείς ήσαν οι άνθρωποι στην εποχή του, ώστε μπορούσαν να διατρέχουν τη χώρα με κλειστά μάτια».

Παρότι Μουσουλμάνος, ο Αλή ήταν ουσιαστικά άθεος και ανεξίθρησκος. Οι χριστιανοί μπορούσαν ελεύθερα να ασκούν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα και ουδεμία πίεση τους ασκούνταν για να γίνουν μουσουλμάνοι. Ο ίδιος έχτιζε παρεκκλήσια στα σεράγια του για τους χριστιανούς υπηρέτες του και τις χριστιανές παλλακίδες του χαρεμιού του. Χαρακτηριστικό είναι ότι έτρεφε απεριόριστο σεβασμό για τον Κοσμά τον Αιτωλό, τον οποίο είχε συναντήσει.

Ο Αλή Πασάς και η Κυρά-ΒασιλικήΟ Αλή εκτιμούσε ιδιαίτερα τους Έλληνες κι έλεγε πως είναι έξυπνοι και ανδρείοι, αλλά φθονεροί και ανυπάκουοι. Στην Αυλή του στα Ιωάννινα υπηρετούσαν άνθρωποι των γραμμάτων, όπως ο Αθανάσιος Ψαλλίδας και ο Ιωάννης Βηλαράς, γιατροί όπως ο Ιωάννης Κωλέττης και οπλαρχηγοί, όπως ο Οδυσσέας Ανδρούτσος, ο Μάρκος Μπότσαρης, ο Γεώργιος Καραϊσκάκης και ο Κίτσος Τζαβέλλας. Από το σεράγι του στα Ιωάννινα είχε περάσει και ο Λόρδος Βύρων.

Όπως κάθε μουσουλμάνος άρχοντας της εποχής του, διατηρούσε μεγάλο αριθμό παλλακίδων, με πιο γνωστές την κυρά-Φροσύνη, την οποία έπνιξε στη λίμνη των Ιωαννίνων το 1801, επειδή αρνήθηκε τον έρωτά του και την κυρά-Βασιλική (Βασιλική Κονταξή), τη μεγάλη του αγάπη, η οποία του στάθηκε πιστή μέχρι την τελευταία του πνοή.

Την εποχή της παντοκρατορίας του Αλή, ο σουλτάνος Μαχμούτ Β’ θέλησε να περιορίσει τις φυγόκεντρες τάσεις στην αυτοκρατορία του και να ενισχύσει την κεντρική εξουσία. Η ρήξη τους ήταν αναπόφευκτη. Τον Ιούλιο του 1820 τον κήρυξε ένοχο εσχάτης προδοσίας και τον κάλεσε να προσέλθει στην Κωνσταντινούπολη εντός 40 ημερών για ν’ απολογηθεί. Ο Αλή αρνήθηκε και τότε ο σουλτάνος έστειλε το φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς μεγάλη στρατιωτική δύναμη με επικεφαλής τον Ισμαήλ Πασόμπεη, προσωπικό εχθρό του Αλή.

Ο Αλή κατόρθωσε να αποκρούσει την επίθεση και τότε την αποστολή εξόντωσής του ανέλαβε τον Μάρτιο του 1821 ο Χουρσίτ Πασάς, ο οποίος έφθασε από την Πελοπόννησο, γεγονός που διευκόλυνε την έναρξη και την εδραίωση της Επανάστασης. Οι άλλοτε εχθροί του Σουλιώτες προθυμοποιήθηκαν να τον βοηθήσουν, αλλά ο Χουρσίτ εμπόδισε την προσπάθειά τους.

Το κεφάλι του Αλή Πασά παρουσιάζεται στον σουλτάνοΔιαπιστώνοντας ότι το τέλος του πλησιάζει, ο Αλή δέχτηκε στις 8 Δεκεμβρίου 1821 την πρόταση ανακωχής, κατά τη διάρκεια της οποίας θα ερχόταν φιρμάνι αμνηστίας από την Κωνσταντινούπολη. Στα τέλη Δεκεμβρίου ο Χουρσίτ ειδοποίησε τον Άλή ότι θα έπρεπε να εγκαταλείψει τo κάστρο του και να διαμείνει προσωρινά στο νησί της λίμνης των Ιωαννίνων, προκειμένου να εξευμενίσει τον σουλτάνο.

Ο Αλή δέχτηκε κι εκεί, στα κελιά της Μονής του Αγίου Παντελεήμονος, έφτασε στις 24 Ιανουαρίου 1822 ο Κιοσέ Μεχμέτ πασάς, με 30 στρατιώτες και άλλους αξιωματικούς, φέρνοντας αντί για το έγγραφο της αμνηστίας το φιρμάνι της θανατικής καταδίκης. Στην ανακοίνωση του περιεχομένου του, ο Αλή αντέδρασε πυροβολώντας τον Μεχμέτ στο χέρι και όταν ή συμπλοκή γενικεύτηκε ο Αλή τραυματισμένος υποχώρησε σ' ένα κελί, όπου πυροβολήθηκε στην κοιλιά κι έπεσε άπνους, έχοντας δίπλα του την Κυρά Βασιλική και τον έμπιστό του σωματοφύλακα Θανάση Βάγια.

Το κεφάλι του στάλθηκε ως γέρας από τον Χουρσίτ στον Μαχμούτ Β’ στην Κωνσταντινούπολη και εκτέθηκε στην πύλη του σουλτανικού σεραγιού. Με την εκτέλεση του Αλή γράφτηκε η τελευταία σελίδα της ιστορίας του πασαλικίου των Ιωαννίνων, το οποίο εντάχτηκε σε ευρύτερη διοικητική περιφέρεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΤΟ EMAIL ΣΑΣ

Εγγραφείτε στο Newsletter μας για να λαμβάνετε κάθε μέρα στο email σας τα σημαντικότερα άρθρα του «Σαν Σήμερα .gr»


ΜΟΝΑΔΙΚΑ ΠΡΟΝΟΜΙΑ ΜΕΛΟΥΣ

premium Γίνε συνδρομητής με μόλις 8 € / μήνα, στήριξε τον αγαπημένο σου ιστότοπο
και απόλαυσε premium περιεχόμενο, χωρίς διαφημίσεις!

ΜΑΘΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ